Μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου, οι παλαιστίνιοι κρατούμενοι στις ισραηλινές φυλακές φτάνουν περίπου τους 9.000, από τους 5.250 που ήταν πριν από τις 7 Οκτωβρίου. Η κατάσταση στις φυλακές είναι αφόρητη. Συλλήψεις επί συλλήψεων (περίπου 6.000 από τις 07/10 στη Δυτική Όχθη), συνεχή βασανιστήρια και εξευτελισμοί έρχονται στο φως από τις μαρτυρίες των κρατουμένων. Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία αποφυλακισθέντα ηλικιωμένου (στις 20/01), κρατούμενου επί βδομάδες:
«Το τι πέρασα είναι πέραν κάθε φαντασίας, μια ζωή που δεν κάνει ούτε για σκύλο. Ακόμα και τα ζώα θα είχαν περισσότερο σεβασμό και ανθρώπινη μεταχείριση απ’ αυτή που είχαμε εμείς. 24 ώρες στα γόνατα, απαγορεύεται να σηκώσεις το κεφάλι, απαγορεύεται να το στρίψεις δεξιά ή αριστερά. Αν ψελλίσεις μία λέξη σε δένουν από πολύ ψηλά και στέκεσαι στα δάχτυλα των ποδιών για 5-6 ώρες, μέχρι ο 20χρονος στρατιώτης να αποφασίσει να σε λύσει. Πολλοί από αυτούς τους στρατιώτες είναι νέοι άντρες και γυναίκες που μας κακομεταχειρίζονται. Ένας ηλικιωμένος 70-80 χρονών που υποφέρει από διαβήτη, καρκίνο και καρδιακές παθήσεις, όταν τον έβρισκαν να κοιμάται, οι στρατιώτες τον ανάγκαζαν να στέκεται δεμένος. Ακόμα κι όταν λιποθυμούσε έλεγαν «Δεν μας ενδιαφέρει. Δέστε τον ώστε να μην πέσει».
Αυτή ήταν η ζωή μας. Τα γόνατά μου είναι σπασμένα, η πλάτη μου τσακισμένη. Δεν το πιστεύω ότι μπορώ να δω. Μου έριξαν γροθιά στο μάτι, βλέπω ελάχιστα. Κάθε δύο-τρεις μέρες, περίπου 10 στρατιώτες μαζεύονταν γύρω μας με τα σκυλιά τους. Έβαζαν τα σκυλιά τους να μας κατουρήσουν. Μας ανάγκαζαν να υποκλινόμαστε στα σκυλιά και να τα αποκαλούμε αφέντες μας και μας έλεγαν ότι τα σκυλιά είναι πιο αξιοπρεπή απ’ την Αντίσταση».
Παρακάτω αναδημοσιεύουμε την ανακοίνωση της Επιτροπής Υποθέσεων Κρατουμένων και της Λέσχης Κρατουμένων:
«Μια ολοκληρωμένη ενημέρωση για τις τελευταίες εξελίξεις σχετικά με τις συνθήκες κράτησης στις φυλακές Megiddo και Naqab.
Η διοίκηση των κατοχικών φυλακών συνεχίζει μια σειρά σωφρονιστικών και περιοριστικών μέτρων για τους κρατούμενους, παράλληλα με μια σειρά επικίνδυνων πολιτικών, που άρχισαν να εφαρμόζονται μετά τις 7 Οκτωβρίου. Οι πολιτικές αυτές συνοδεύτηκαν από πρωτοφανείς επιχειρήσεις βασανιστηρίων, όπως έχουμε επισημάνει σε πολλές δηλώσεις και αναφορές από μαρτυρίες δεκάδων κρατούμενων στις κατοχικές φυλακές.
Η διοίκηση των φυλακών συνεχίζει τις πρακτικές της που ξεκίνησαν μετά τις 7 Οκτωβρίου, ιδίως: την πολιτική πείνας, την εντατική απομόνωση και περιορισμό, στο πλαίσιο της στέρησης χιλιάδων κρατουμένων από τις οικογενειακές επισκέψεις, της αποστέρησής τους από κάθε μέσο να γνωρίζουν τι συμβαίνει έξω, όπως τηλεόραση και ραδιόφωνο, της στέρησής τους από επαρκή ρούχα ή κουβέρτες (όπως περιέγραψε ένας κρατούμενος, «τρέμουν από το κρύο, συγκεκριμένα στη φυλακή Naqab»), πέρα από τις συνεχείς διακοπές ρεύματος, τη μείωση των ωρών διαθεσιμότητας νερού στα τμήματα των κρατουμένων και τον σοβαρό συνωστισμό όπου ο αριθμός των κρατουμένων σε ορισμένα κελιά έφτασε τους 12, μαζί με πολλά άλλα μέτρα που επηρέασαν ριζικά τη ζωή των κρατουμένων, επιβάλλοντας μια σημαντική μεταμόρφωση.
Με βάση πολλές μαρτυρίες κρατουμένων, η πολιτική ταπείνωσης και υποβάθμισης των κρατουμένων κατά τη διάρκεια του λεγόμενου ελέγχου ασφαλείας (καταμέτρηση) έχει γίνει εμφανής. Σύμφωνα με κρατούμενους που επισκεφθήκαμε στις φυλακές Megiddo και Naqab, οι οποίες ήταν κεντρικής σημασίας για τα συστηματικά βασανιστήρια και την κακοποίηση που επηρεάζει χιλιάδες κρατούμενους: οι Ένοπλες δυνάμεις συνοδεύουν τους δεσμοφύλακες κατά τη διάρκεια της καταμέτρησης. Σύμφωνα με έναν κρατούμενο: «Οι δεσμοφύλακες εξευτελίζουν τους κρατούμενους κατά τη διαδικασία καταμέτρησης, η οποία γίνεται τρεις φορές την ημέρα. Παλαιότερα, η καταμέτρηση γινόταν σε όρθια στάση, αλλά τώρα, πριν μπουν στα δωμάτια, οι κρατούμενοι πρέπει να κάθονται στα γόνατά τους, με τα χέρια πίσω από το κεφάλι τους, και τα πρόσωπα στραμμένα στον τοίχο κατά την πρωινή καταμέτρηση. Στη βραδινή καταμέτρηση, τα πρόσωπα πρέπει να είναι προς τον δεσμοφύλακα. Η συχνότητα των ξυλοδαρμών ήταν πολύ υψηλή κατά τη διάρκεια της καταμέτρησης».
Όσον αφορά τον υπαίθριο χρόνο (προαυλισμό): η έξοδος στην αυλή της φυλακής, σε ορισμένες φυλακές, επιτρέπεται σε κάθε κελί χωριστά για περιορισμένο χρονικό διάστημα και σε ορισμένες φυλακές δεν έχουν επιτρέψει στους κρατούμενους να βγουν έξω μέχρι σήμερα, όπως αναφέρουν ορισμένοι κρατούμενοι στη φυλακή Negev. Επίσης, οι κρατούμενοι δεν επιτρέπεται να ξυρίζονται ή να χρησιμοποιούν νυχοκόπτη. Λόγω της έλλειψης ρούχων και μόνο μιας διαθέσιμης αλλαξιάς, οι κρατούμενοι αναγκάζονται να πλένουν τα ρούχα τους και μερικές φορές να τα φορούν βρεγμένα, σε πολύ κρύες καιρικές συνθήκες.
Μια ομάδα κρατουμένων δέχθηκε επίθεση κατά τη μεταφορά τους για επίσκεψη από τις μονάδες καταστολής («Keter»). Μια περίπτωση επίθεσης σε κρατούμενους πριν από την επίσκεψη αναφέρθηκε ως μαρτυρία ενός από τους κρατούμενους στη φυλακή Naqab, όπου ο δικηγόρος επιβεβαίωσε ότι αυτή η επίσκεψη ήταν μια από τις πιο δύσκολες: «Μια ομάδα κρατουμένων μεταφέρθηκαν από τους δεσμοφύλακες προς το επισκεπτήριο και μόλις έφτασαν στο όχημα που τους μετέφερε από τα τμήματα στην αίθουσα επισκέψεων των δικηγόρων, τους παρέλαβε μια μονάδα που ονομαζόταν «Keter», η οποία φορούσε μάσκες στα πρόσωπα, πέρασε χειροπέδες στους κρατούμενους στην πλάτη και άρχισε να τους ψάχνει. Στη συνέχεια, άρχισαν να τους χτυπούν με δεμένα τα χέρια και τα πόδια. Ο ξυλοδαρμός συνεχίστηκε μέχρι να φτάσουν οι κρατούμενοι στο λεωφορείο. Ένας από τους κρατούμενους αρνήθηκε να πάει στο επισκεπτήριο λόγω της επίθεσης και ζήτησε να επιστρέψει στη φυλακή».
Η Επιτροπή Υποθέσεων Κρατουμένων και η Λέσχη Παλαιστινίων Κρατουμένων ανανεώνουν τα αιτήματά τους προς όλους τους διεθνείς θεσμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε διάφορα επίπεδα να αναλάβουν τον πραγματικό και απαραίτητο ρόλο τους, υπό το πρίσμα της κλιμάκωσης των εγκλημάτων κατά κρατουμένων στις «ισραηλινές» κατοχικές φυλακές, και όχι να αρκείται απλώς στην περιγραφή των εγκλημάτων και στην καταμέτρηση των θυμάτων και στην καταγραφή μαρτυριών.»
Η κατάσταση δεν είναι πολύ καλύτερη και για τις γυναίκες κρατούμενες. Για παράδειγμα στο Αλ-Χαλίλ, από τις 07/10, συνελήφθησαν 31 γυναίκες, μερικές από τις οποίες ήταν μητέρες κρατουμένων και άλλες που συνελήφθησαν ως όμηροι για να πιέσουν τους καταζητούμενους γιους τους. Στη Ραμάλα, στις 14 Γενάρη, ο κατοχικός στρατός απήγαγε και τις δύο αδερφές του Σαλέχ Αλ-Αρούρι την Νταλάλ και τη Φατίμα, κατά τη διάρκεια εισβολής, επίθεσης στα μέλη της οικογένειας και καταστροφής αντικειμένων στο σπίτι τους.
Κλείνοντας, παραθέτουμε κι ένα απόσπασμα από τη μαρτυρία της πρόσφατα αποφυλακισμένης (22/01) Yasmine Qaddoura, η οποία αναφέρθηκε στην πείνα, την κακοποίηση και τα ιατρικά εγκλήματα στα οποία υποβάλλονται οι κρατούμενες στη φυλακή Ντέιμον.
«Οι κρατούμενες ζουν σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Μερικές φορές τα λαχανικά που παρέχονται είναι χαλασμένα. Πέρασα πολλές νύχτες πεινασμένη. Στις 90 μέρες μου εδώ, υπήρξαν μόνο 4 μέρες που πήγα για ύπνο χωρίς να πεινάω».
Σε πολυσύχναστα κελιά, οι γυναίκες βασίζονται η μία στην άλλη για υποστήριξη και όσες επιστρέφουν από την απουσία απλώς συμβουλεύονται από τον γιατρό να πίνουν νερό. Η Γιασμίν ανέπτυξε φλεγμονή και μόλυνση, αλλά ο γιατρός απέρριψε την κατάστασή της και ένας νοσοκόμος της πέταξε ένα χάπι, δίνοντάς της οδηγίες να το πάρει με νερό.
Αυτή τη στιγμή, 90 γυναίκες κρατούμενες έχουν απαχθεί στη φυλακή Damon, εκ των οποίων 51 από τη Γάζα. Κρατούνται σε υπερπλήρη κελιά, με έως και 12 κρατούμενες σε ένα μόνο κελί, οι περισσότερες από τις οποίες κοιμούνται στο πάτωμα.