Ο πασίγνωστος αρθρογράφος και άνθρωπος της συστημικής προπαγάνδας Στ. Καλύβας έγραψε στην Καθημερινή (7/1/2024) ένα άρθρο απολογισμού κατά κάποιο τρόπο με αφορμή τη βράβευση του Economist στην Ελλάδα. Η Βίδα έχει γράψει για αυτήν την βράβευση ΕΔΩ.

Παραδέχεται κάποια σημαντικά πράματα για τη «χώρα της χρονιάς». Σημαντικά για μας από τη σκοπιά της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μικροαστικών στρωμάτων, που δείχνουν κάποιες αλήθειες που δεν φοβούνται να θέσουν «ευγενικά» οι φιλελεύθεροι αστικοδημοκράτες. Όπως για παράδειγμα ότι αυτός και οι απόψεις του, δηλαδή οι απόψεις μιας μεγάλης μερίδας της αστικής τάξης, που αυτός εκφράζει, αλλά και των αμερικάνικων συμφερόντων, που γι’ αυτά δουλεύει, ήταν μειοψηφία. Γράφει για την υπηρεσία του στην πολεμική αρθρογραφία ως τμήμα της ιδεολογικής επίθεσης που εξαπολύθηκε στην εργατική τάξη, για να περάσει η βίαιη καπιταλιστική αναδιάρθρωση: «Ανατρέχοντας στα κείμενα της εποχής εκείνης διακρίνω δύο χαρακτηριστικά. Την αγωνία για την πορεία της χώρας και την παράλληλη αίσθηση πως οι απόψεις μου ήταν εντελώς μειοψηφικές, με μηδαμινή επιρροή».

Γνώριζε πολύ καλά ότι η ίδια η αστική τάξη και η επιβολή της βίαιης καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης θα είναι ταξικός πόλεμος που θα πρέπει η μειοψηφία να επιβληθεί στην πλειοψηφία, όπως και έγινε. Ως αστικοδημοκράτης αντικομμουνιστής αφρίζει για τη δικτατορία του προλεταριάτου, που εμείς δεν κρύβουμε ότι αυτήν θα χρησιμοποιήσουμε για την τάξη του Καλύβα, δηλαδή το αντίθετο σχήμα, την πλειοψηφία ενάντια σε μια οικονομική ελίτ που είναι η μειοψηφία. Ο Καλύβας ξέρει ότι οι «μειοψηφικές απόψεις» της αστικής τάξης δεν επιβλήθηκαν με την πειθώ αλλά με τη βία, την καταστολή, την τρομοκρατία, τον εκβιασμό και τούμπαλιν, έτσι ώστε να μπουν τα πρόβατα στο μαντρί.

Τα κατάφεραν μέχρι στιγμής πολύ καλά. Κρατάμε άλλο ένα σημείο απολογισμού. Και το στηρίζουμε μέχρι κεραίας, γιατί είναι η αλήθεια. Γράφει για την αναγνώριση «που επισφραγίζει με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο τη δραματική απόσταση που διήνυσε η χώρα την τελευταία δεκαπενταετία, από την αρχική, ραγδαία της πτώση ως την ολική της επαναφορά» τα εξής σημαντικά που αξίζουν να τα ξανατρίψουμε στην μούρη όλων όσοι έβαλαν πλάτη δίπλα στους αριστερούς σοσιαλδημοκράτες και τα δήθεν σκισμένα μνημόνιά τους: «Στην προσπάθεια να σταθούμε όρθιοι τα δύσκολα εκείνα χρόνια συντάχθηκε ένα πολιτικά ετερόκλητο πλήθος, δεξιοί, κεντρώοι και αριστεροί, με μοναδικό κίνητρο την ανιδιοτελή αγωνία για τη χώρα και βασικό όπλο την ευθυκρισία. Και τελικά αποδείχθηκε πως ήμασταν πολλοί, αφού μετά το αναγκαίο ίσως φλερτ με την οργή, η πλειοψηφία επέδειξε μεγάλη ωριμότητα. Όλα αυτά είναι πολύ σημαντικά και πρέπει να τα αναγνωρίσουμε και να τα επικαλούμαστε γιατί αποτελούν μια σπουδαία παρακαταθήκη για το μέλλον».

Το ταξικό ανταγωνιστικό κίνημα έκανε ό, τι μπορούσε σε όλα τα πεδία (ιδεολογικό, πολιτικό, κοινωνικό), για να αναδείξει τα συμφέροντα που συγκρούονται και να πείσει τις μάζες ότι ο δικός μας δρόμος είναι ο δρόμος της «μεγάλης αλλαγής» και της ανατροπής της αντιλαϊκής πολιτικής. Δυστυχώς όπως ακριβώς τα γράφει ο Καλύβας όλες οι δυνάμεις μετρήθηκαν για τις υπηρεσίες τους στην «νέα εθνική ενότητα» της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης και μπορούν τώρα να είναι αισιόδοξες που ο ελληνικός καπιταλισμός έχει γονατίσει το προλεταριάτο.

Το τρίτο σημείο, που αποδεικνύει πως ο Καλύβας και η τάξη που για αυτή δουλεύει είναι ένας πραγματικός πιονέρος της δικτατορίας του Κεφαλαίου, είναι η επιθυμία νέας αντικοινωνικής δράσης ουσιαστικά. Τώρα που έχει γονατίσει η κοινωνική πλειοψηφία των εργαζόμενων μαζών, ζαλισμένη και τρομοκρατημένη από τη βία που δέχτηκε την προηγούμενη περίοδο, ο Καλύβας θεωρεί ότι πρέπει να δράσουν. Τι τους λέει; Ορμάτε στο γονατισμένο πόπολο. Λέει «Από τη μια βρισκόμαστε σε μια εξαιρετική συγκυρία με κύρια χαρακτηριστικά την πολιτική σταθερότητα και τη σοβαρή πολιτική ηγεσία που διαθέτει το σωστό ένστικτο. Από την άλλη, όμως, κυριαρχεί ακόμη ο φόβος των τομών και των ρήξεων» και συνεχίζει ως συνεπής υπάλληλος της αστικής τάξης που η βία είναι συνυφασμένη με τη λογική της κοινωνικής κίνησης στην αστική κοινωνία: «Δεν υποτιμώ καθόλου τη δυσκολία και το ρίσκο, πολιτικό, κοινωνικό και προσωπικό, που ενέχουν οι ρηξικέλευθες επιλογές, ιδίως στο μέσο ενός ασταθούς και επικίνδυνου διεθνούς περιβάλλοντος. Ακριβώς όμως για τους λόγους αυτούς θεωρώ πως τώρα είναι η στιγμή των μεγάλων ρήξεων που θα απογειώσουν τη χώρα. Γιατί όσο σημαντική και να είναι η αναγνώριση της επιβίωσης, καθόλου δεν αρκεί. Αντίθετα, η απογείωση και η μεταμόρφωση είναι ο καλύτερος τρόπος να αναγνωρίσουμε την ως τώρα επιτυχία μας, τιμώντας παράλληλα και μια σπουδαία παρακαταθήκη».

Αυτά τα λόγια ενός στρατευμένου του αστικού στρατοπέδου ας χτυπήσουν καμπανάκι στο προλεταριάτο και στην οργανωμένη εργατική τάξη για το πρόγραμμα και την οργανωτική συγκρότηση που χρειάζεται έτσι ώστε η νέα αντιλαϊκή επίθεση να βρει μπροστά της ταξικούς-λαϊκούς αγώνες που θα αντισταθούν στην καπιταλιστική επίθεση.