Εργασίες Λαϊκού Δικαστηρίου 1944

Ο σκελετός των ποινικών νόμων της χώρας μας είναι κατασκευής Μεγάλων Δυνάμεων του 19ου αιώνα, αντιγραφή του βαυαρικού ποινικού δικαίου στα χρόνια της επιβεβλημένης βασιλείας του Όθωνα. Από τότε βέβαια έχουνε γίνει πάρα πολλές αλλαγές στο βάθος του χρόνου που χρειάστηκε για να μετατραπεί η νεοσύστατη χώρα μας από τσιφλικάδικη σε αστοτσιφλικάδικη και σε εξαρτημένη καπιταλιστική. Οι αλλαγές αυτές προοδευτικού- δημοκρατικού χαρακτήρα δεν ήρθαν χαριστικά από τα πάνω αλλά ήταν αποτέλεσμα αγώνων και λαϊκών διεκδικήσεων.

Τις τελευταίες αυτές διεκδικήσεις, η ντόπια αστική τάξη πάσχισε και πασχίζει να τις σβήσει από τη λαϊκή μνήμη. Προϊόν αυτής της φάμπρικας συλλογικής αμνησίας είναι και η διαστρέβλωση- αρνητική ή θετική- του όρου Λαϊκά Δικαστήρια. Συναντούμε συχνά στο σύγχρονο λόγο να χρησιμοποιούνται τα Λαϊκά Δικαστήρια ως η υπέρτατη μορφή δικαιικής αυθαιρεσίας και αυταρχισμού.

Το πόσο μπουρζουάδικη είναι αυτή η γλωσσική και νοητική νίκη μπορεί κάποιος να το αντιληφθεί αν μελετήσει απλά την ιστορία του τόπου. Για τη συμβολή σε αυτή τη μελέτη αντιγράφουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Γιάννη Ρουμελιώτη «Η Εθνική Αντίσταση στη Λακωνία, 1941- 1945» (Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας):

«Η Λαϊκή Δικαιοσύνη στην Ελεύθερη Λακωνία (1941- 1944)

Ζητήματα απονομής δικαιοσύνης προέκυψαν στην ύπαιθρο Λακωνία από το Μάη του 1942. Πρώτο γιατί με την αλματώδη ανάπτυξη του αντιστασιακού αγώνα οι κάτοικοι σιγά σιγά απέφευγαν να καταφεύγουν στις πόλεις και για λόγους ασφάλειας, αφού σε αυτές που βρισκόντουσαν τα ελληνικά δικαστήρια υπήρχαν και οι κατακτητές και, δεύτερο γιατί οι αντίδικοι, στις πιο πολλές περιπτώσεις,  αντιδικώντας με την τότε κατοχική κυβέρνηση, προτιμούσαν τις διαφορές, που δημιουργόντουσαν μεταξύ τους, να τις επιλύσουν είτε μόνοι είτε με τη μεσολάβηση μιας επιτροπής από συγχωριανούς τους. Τέτοιες διαιτητικές επιτροπές συγκροτήθηκαν σε όλα τα χωριά, το καλοκαίρι του 1943, των ελεύθερων περιοχών της Λακωνίας, που με ζήλο και αξιοθαύμαστη αντικειμενικότητα ειρηνικά και συμβιβαστικά έλυναν κάθε διαφορά που προέκυπτε ανάμεσα στους κατοίκους. Είχε, δηλαδή, δημιουργηθεί ένα αυτοσχέδιο λαϊκό δικαστήριο, στην πιο απλή μορφή του. Και είναι γεγονός ότι οι αποφάσεις αυτών των επιτροπών ήταν δίκαιες, ρεαλιστικές και αποδεκτές από τους αντιδίκους. Για αυτό και δε χρειάστηκε ούτε μια φορά μια απόφαση να επιβληθεί δια της βίας. Άλλωστε και από οικονομική πλευρά μια τέτοια διαδικασία απονομής δικαιοσύνης συνέφερε, γιατί οι διάδικοι δεν πλήρωναν ούτε δικαστικά έξοδα, ούτε δικηγόρους, ούτε χαρτόσημα κτλ.

Έτσι η Λαϊκή Δικαιοσύνη απόχτησε την εμπιστοσύνη όλων, αφού οι κάτοικοι ενός χωριού μπορούσαν να είναι και δικαστές και κατηγορούμενοι. Και παρουσιάστηκε τούτο το φαινόμενο: όχι μόνο οι διαφορές, συνήθως αγροτικής φύσης, λύνονταν ειρηνικά και χωρίς καμιά δαπάνη, αλλά και  μέσα σε λίγους μήνες ελαττώθηκαν γενικά και σε πολύ μεγάλο βαθμό οι αδικίες στην ύπαιθρο, κάτι που δεν παρατηρήθηκε στις περιοχές που βρίσκονταν κάτω από τον έλεγχο των κατακτητών και των Ταγμάτων Ασφαλείας. Για αυτό ο διοικητής λόχου Ασφαλείας του Μυστρά Τσαρπάλας σε ημερήσια διαταγή του αναγκάζεται να αναφέρει την τάξη και την ασφάλεια που επικρατούσε στα Ανταρτοκρατούμενα χωριά, σε αντίθεση με τις παρανομίες και τις αδικίες που γινόντουσαν καθημερινά, όπου βρισκόντουσαν τα Τάγματα Ασφαλείας. Από εκθέσεις, που διασώθηκαν του 1943, σχετικά με τη λειτουργία των λαϊκών αυτών δικαστηρίων, πληροφορούμαστε την εξαιρετική επίδραση που είχαν στους χωρικούς. Μια τέτοια έκθεση μεταφέρουμε εδώ. Προέρχεται από το χωριό Προσήλιο, ένα από τα Μπαρδουνοχώρια και έχει ημερομηνία 31 Αυγούστου του 1943. Αναφέρεται στην κίνηση του προηγούμενου μήνα, Ιουλίου 1943, και έχει συνταχθεί από ένα μέλος της επιτροπής Αυτοδιοίκησης του χωριού, που είναι και υπεύθυνος για τη Λαϊκή Δικαιοσύνη, το δικηγόρο Γιάννη Καραμπέρη, που αργότερα έγινε μέλος της Επαρχιακής Επιτροπής του ΕΑΜ Γυθείου.

«Αριθμ. 8 (…). Διαιτητική Επιτροπή: αποτελείται από 26 μέλη. Εκδίκασε το μήνα Ιούλιο (3) τρεις υποθέσεις αγροτικής φύσεως. Λειτούργησε ως εξής: Ορίστηκε μόνιμος Γραμματέας, που παραλαμβάνει τις αιτήσεις. Ο ίδιος τις εισάγει για εκδίκαση με τη σειρά υποβολής τους στην αμέσως επόμενη συνεδρίαση. Σε κάθε συνεδρίαση, που γίνεται Κυριακή μετά την εκκλησία, κληρώνονται από τα 26 μέλη μόνο 5, τα οποία και εκδικάζουν τις υποθέσεις, που μπορεί να είναι άντρες και γυναίκες. Συγγενείς αντιδίκων εξαιρούνται σαν μέλη του δικαστηρίου. Η πενταμελής αυτή επιτροπή, αφού ακούσει τους δύο αντίδικους και εξετάσει μάρτυρες, εκδίδει την απόφασή της κατά πλειοψηφία, η οποία και ανακοινώνεται αμέσως. Ολόκληρο το χωριό παρακολουθεί την εκδίκαση.

Από τις μέχρι τώρα αποφάσεις που εκδόθηκαν, όλοι έμειναν ευχαριστημένοι και ούτε παράπονο ούτε αντιγνωμία εκδηλώθηκε».

Αυτά τα λαϊκά Δικαστήρια ήταν απόρροια ανάγκης, όπως είδαμε και προηγούμενα. Ήταν, δηλαδή, απαραίτητα για την κοινωνική συγκρότηση του χωριού. Είχε δάσκαλο, είχε παπά, είχε γιατρό, είχε πολιτοφύλακες. Έπρεπε να αποκτήσει και το δικαστήριό του. Έτσι θεσμοποιήθηκαν οι διαιτητικές επιτροπές, που εξελίχθηκαν σε λαϊκά δικαστήρια και απόκτησε το χωριό και τους λαϊκούς δικαστές του.

Το πρόβλημα όμως της απονομής δικαιοσύνης δεν απασχόλησε μόνο τους αντιστασιακούς πυρήνες του ΕΑΜ στο χωριό. Εξίσου απασχόλησε και τη Νομαρχιακή Επιτροπή Λακωνίας, η οποία τον Αύγουστο του 1943 ανέθεσε σε Λάκωνες δικηγόρους, οργανωμένους στο ΕΑΜ, να μεταβούν στα χωριά, να μελετήσουν τον τρόπο απονομής της λαϊκής δικαιοσύνης και να εισηγηθούν κατόπιν την κωδικοποίηση διατάξεων, που εφαρμόζονται σε ολόκληρη την ελεύθερη Λακωνία. Ο Γεώργιος Γιατράκος και ο Μελέτιος Φικιώρης ανέλαβαν να διερευνήσουν τα κοντινά προς τη Σπάρτη χωριά του Πάρνωνα. Ο Κοσμάς Αναστασόπουλος στην Επίδαυρο Λιμηρά, ο Νικ. Δημητρακόπουλος στην περιφέρεια Ξηροκαμπιού, ο Καρβελάς και ο Αλεποχωρίτης στο Ζάρακα. Ο Νίκος Ροζάκος στις Κροκεές και στο Έλος. Ο Αντ. Παπαδάκος στη Μάνη. Ο Τζανετουλάκος στο Μαλεύρι. Ο Σπύρος Καφετζής στα χωριά του Βόρειου Ταϋγέτου. Βοήθησαν ακόμη οι: Γιάννης Καμουλάκος, Μ. Διαμαντόπουλος, Χρήστος Μαζαράκος, Γιάννης Δούνιας, Ηλίας Δαμάσκος και άλλοι, τα ονόματα των οποίων δεν διασώθηκαν.

Όλοι οι πιο πάνω νομικοί συγκεντρώθηκαν στο σπίτι του Πάνου Γεωργόπουλου στη Μαγούλα Σπάρτης, μυστικά βέβαια, στις 20 Σεπτέμβρη του 1943. Εκθέσανε τα συμπεράσματά τους από την έρευνα και μελέτη που έκαναν σχετικά με την εφαρμογή της λαϊκής δικαιοσύνης στα διάφορα χωριά της Λακωνίας. Αντάλλαξαν απόψεις και γνώμες και τελικά καθορίστηκαν οι βασικές αρχές- το ένστικτο το λαϊκό τις είχε πια θεσπίσει- οι αρχές της Λαϊκής Δικαιοσύνης. Καταστάλαγμα όλων αυτών των προσπαθειών ήταν ο «Οργανισμός Λαϊκών Δικαστηρίων», όπως ονόμασε η επιτροπή αυτή των νομικών τον κώδικα της Λαϊκής Δικαιοσύνης.

Από τον Οργανισμό Λαϊκών Δικαστηρίων σώθηκαν λίγα μόνο άρθρα (δεν αποκλείεται μελλοντικά να βρεθεί ολόκληρος), γιατί δεν πρόφτασε να τυπωθεί σε πολλά αντίτυπα. Πριν μεταφέρουμε εδώ μερικά από τα άρθρα του, αντιγράφουμε ένα μέρος από τη συνοδευτική εγκύκλιο, με την οποία ερμηνεύονταν οι δυο βάσεις της Λαϊκής Δικαιοσύνης:

«Ο θεσμός των Λαϊκών Δικαστηρίων ξεπήδησε από την ανάγκη της εφαρμογής μιας δικαιοσύνης, που να είναι σύμφωνη με τις αντιλήψεις του λαού μας, με την εξυπηρέτηση του Απελευθερωτικού Αγώνα, με την κατοχύρωση της λαϊκής ελευθερίας και με την εξασφάλιση και εμπέδωση της Κοινής ασφάλειας. (…)

Η μεγάλη διαφορά, που έχουν τα δικά μας λαϊκά δικαστήρια από κείνα του Κράτους, είναι ότι οι λαϊκοί δικαστές βγαίνουν μέσα από το λαό μας, ξέρουν την ψυχολογία των διαδίκων, γενικά ξέρουν πρόσωπα και πράγματα και έτσι μπορούν καλύτερα να ερευνήσουν και να επιδικάσουν ένα αδίκημα. Τα παλιά δικαστήρια, με τους δικαστές αποξενωμένους από το λαό, που τον βλέπαν με περιφρόνηση και εχθρικό μάτι, ακόμα και με τους ψευδομάρτυρες, που τριγύριζαν και μπέρδευαν την υπόθεση, με τα τεράστια έξοδα, με την εξαγορά πολλές φορές των δικαστών, είναι φανερό πως κάθε άλλο παρά πραγματική, πάντοτε, δικαιοσύνη απένεμαν. Ο λαός μας σήμερα, χάρη στον αγώνα, που ο ίδιος έκανε με καθοδηγητή του το ΕΑΜ, αφού λευτέρωσε την ύπαιθρο, γίνεται και ο ίδιος αφεντικό στον τόπο του, αυτοδιοικείται και εφαρμόζει τη δικαιοσύνη του. Τσακίζει και εξοντώνει τους προδότες, σταματάει τη μαύρη αγορά, φέρνει στον ίσιο δρόμο όσους νόμισαν πως μπορούν να πλουτίσουν με το αίμα του, επιβάλλει στους άρπαγες και στους κλέφτες να γυρίσουν πίσω τα κλεμμένα από το λαό.

Συγχρόνως χτυπάει τη ληστεία, αποκαθιστά την τάξη κι απονέμει το δίκαιο σε κάθε περίσταση. Απονέμοντες τη δικαιοσύνη ο λαός φροντίζει να ικανοποιείται πρώτα το ομαδικό συμφέρον κι ύστερα το ατομικό, έστω κι αν τούτο το προστατεύει ο παλιός νόμος. Αν υποθέσουμε π.χ. πως ένας δρόμος, που θα εξυπηρετήσει το χωριό, είναι ανάγκη να περάσει από την ιδιοκτησία ενός χωριανού θα ληφθεί υπόψη η ζημιά του ενός. Αν ένας μεγάλος παραγωγός από ιδιοτροπία του θέλει να αφήνει χέρσα τα κτήματά του, ενώ υπάρχουν στο χωριό καλλιεργητές ακτήμονες, μπορεί και πρέπει να υποχρεωθεί να τα παραχωρήσει για καλλιέργεια σε εκείνους που πεινάνε. Αυτή είναι μια βασική ιδέα της Λαϊκής Δικαιοσύνης.

Ο λαϊκός δικαστής εξετάζοντας έναν που έκανε ζημιά, θα πάρει υπόψη του αν ο ένοχος έκανε ζημιά από πρόθεση ή από αμέλεια, κι ανάλογα θα βγάνει την απόφασή του. Έπειτα θα δει τον κατηγορούμενο, γιατί αναγκάστηκε να κάνει το αδίκημα (κλεψιά, ύβρη, ξυλοδαρμό κλπ) κάτω από ποιες συνθήκες βρέθηκε, ποια είναι η μόρφωσή του, ο χαρακτήρας του, η οικογενειακή του κατάσταση, η οικονομική του θέση, κι έτσι θα βγάνει την απόφασή του. Δηλαδή, ο λαϊκός δικαστής βλέπει τον κατηγορούμενο μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον που ζει, ενώ ο δικαστής που ξέραμε, στηριζόταν για όλα αυτά στις μαρτυρίες, που ξέρουμε πώς δίνονταν. Η δεύτερη, λοιπόν, αρχή της λαϊκής δικαιοσύνης είναι η εξέταση από την κοινωνική πλευρά του κατηγορουμένου. Οι δύο αυτές αρχικές βάσεις θα είναι ο οδηγός του λαϊκού δικαστή».

(…)

Και τώρα μερικά από τα άρθρα του Οργανισμού Λαϊκών Δικαστηρίων Λακωνίας:

«Άρθρο 5ο: Η εκδίκαση υποθέσεων: α) Πολιτικές. Τα λαϊκά δικαστήρια υποχρεούνται να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια και επ αυτών συμβιβασμόν, όταν κατά την κρίσιν των, λόγω της φύσεως του αδικήματος δύναται να μην επιβληθεί ποινή».

«Άρθρο 6ο: Ποινές: Επίσης το λαϊκό δικαστήριο δύναται να επιβάλει και ηθικές ποινές, ως δημόσια επίπληξη, αίτηση παροχής συγγνώμης δημοσία, διαγραφή από τον κατάλογο των δικαστών κλπ».

Ο κώδικας αυτός αντικαταστάθηκε αργότερα από τον Κώδικα της Π. Ε. Ε. Α. Μένει όμως γραπτό τεκμήριο του ΕΑΜ, σχετικά με την απονομή της δικαιοσύνης στις ελεύθερες περιοχές της Λακωνίας. Η λαϊκή δικαιοσύνη, χωρίς καμία αμφισβήτηση, αγαπήθηκε πάρα πολύ από τον εαμικό κόσμο και φυσικά μισήθηκε και πολεμήθηκε από τους κατακτητές και τους συνεργάτες τους.

Σημείωση: Το κεφάλαιο αυτό στηρίχθηκε στις σημειώσεις των συναγωνιστών Κοσμά Αναστασόπουλου, Γιάννη Καραμπέρη και Γιώργου Μίχα, στην ιερή μνήμη των οποίων και αφιερώνεται γιατί κανένας τους πια δε ζει σήμερα.»