Παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, κρίση χρέους στην Ευρωζώνη, πανδημία, ενεργειακή και πληθωριστική κρίση, εμπορικός πόλεμος, είναι οι συνθήκες  της τελευταίας 15ετίας που περιγράφονται στον αστικό τύπο και που, κατά γενική παραδοχή οδηγούν σε νέα κρίση.

Η πλειοψηφία των αστών οικονομολόγων σε ΗΠΑ και ΕΕ, τραβούσαν τα μαλλιά τους μετά τις ανακοινώσεις Τραμπ στις 2 Απριλίου: Ο δόλιος μεσίτης Τραμπ και το οικονομικό του επιτελείο έφτασαν το ύψος του νέου μέσου δασμολογικού συντελεστή των ΗΠΑ στο 25% από 2,5% το 2024. Τέτοιους δασμούς είχαν επιβάλει οι ΗΠΑ λίγα χρόνια πριν την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, το 1909.

Και μπορεί οι ανακοινώσεις αυτές να ήταν εν μέρει τακτικισμός από πλευράς αυτού του «σκληρού διαπραγματευτή», όπως τον αποκαλούν οι οικονομικοί του σύμβουλοι, για να έχει τη δυνατότητα να εκβιάσει μετά κάθε χώρα ξεχωριστά και να εξασφαλίσει συμφωνίες προς όφελος των ΗΠΑ, αλλά ήταν αρκετές για να προκαλέσουν πανικό στους τζογαδόρους του χρηματιστηρίου των ΗΠΑ: βίαιο ξεπούλημα μετοχών (sell off), βουτιά σε μετοχές, στροφή σε ομόλογα.

Έτσι, λίγες μέρες μετά την «αποκάλυψη», ο σκληρός Τραμπ πήρε πίσω τα μεγάλα νούμερα, «πάγωσε» τους δασμούς στο 10% για όλες σχεδόν τις χώρες και τα εισαγόμενα στις ΗΠΑ εμπορεύματα, εξαγγέλλοντας 125% δασμούς στα κινεζικά μόνο εμπορεύματα (από 34% αρχικά).

Αυτό, όμως που δεν πάρθηκε πίσω, καθώς δεν χωράνε εκεί θεαματικές διαπραγματευτικές κωλοτούμπες, είναι οι προβλέψεις των οικονομικών αναλυτών για την πορεία της βορειοαμερικανικής οικονομίας. Οι τελευταίοι έβλεπαν και βλέπουν ακόμη μετατροπή της αγοράς των ΗΠΑ σε bear market: σε αγορά, δηλαδή, με συνεχή ή σημαντική πτώση. Η αγαπημένη αξιολογήτρια των ΗΠΑ JPMorgan ανέβασε τις προβλέψεις της για ύφεση στην αμερικανική οικονομία από το 40 στο 60% μέχρι τέλους του 2025.

Λίγες μέρες μετά τις εξαγγελίες της «αποκάλυψης» Τραμπ, στις 7 Απριλίου, ο επικεφαλής των οικονομικών συμβούλων του, Stephen Miran, έδωσε μια συνέντευξη στο Ινστιτούτο Hudson. Σε αυτήν, πέρα από τις προσωπολατρικές του υμνολογίες στον Πρόεδρο των ΗΠΑ αναφέρθηκε στα κίνητρα της οικονομικής του πολιτικής και στον βασικό εχθρό των ΗΠΑ στον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, στην Κίνα.

Ως προς τα κίνητρα, το βασικό επιχείρημα για την δασμολογική επίθεση από πλευράς των ΗΠΑ, είναι το κοινό εκείνο επιχείρημα που ανέφεραν ιστορικά οι Μεγάλες Δυνάμεις σε καιρούς κρίσεων: προστατευτισμός και επαναφορά της αλυσίδας παραγωγής στα πάτρια εδάφη. Επιχειρείται δηλαδή, μια τεχνητή ανατροπή στη λειτουργία του ιμπεριαλιστικού συστήματος, μια απο- αποβιομηχάνιση στις χώρες όπου οι ισχυρές μονοπωλιακές τους δυνάμεις έχουν επιλέξει εδώ και δεκαετίες τον κατακερματισμό της αλυσίδας παραγωγής τους και τη διασπορά της σε ξένα εδάφη με πολύ χαμηλότερο κόστος παραγωγής (σε σταθερό κεφάλαιο, δομές, κτίρια, μηχανές κτλ αλλά και σε μεταβλητό κεφάλαιο, σε εργατικό κόστος). Οι υπέρμαχοι της παγκόσμιας αγοράς ξεχνάνε εύκολα τους ύμνους της παγκοσμιοποίησης όταν τα πράγματα στενεύουν.

Όπως ο ίδιος ο Τραμπ έτσι και ο Μίραν υπογραμμίζουν την ανάγκη επιστροφής της αμερικανικής παραγωγής στις ΗΠΑ. Ο παραγωγικός ιστός ιδιαίτερα στην μεταποιητική βιομηχανία πρέπει να επιστρέψει, λένε, για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Άσχετα με το αν θα καταφέρουν κάτι τέτοιο με σπασμωδικές εκβιαστικές κινήσεις ή αλλιώς, αποκαλύπτουν μια από τις μεγαλύτερες αντιφάσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο: τα αμύθητα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων των ΗΠΑ συνοδεύονταν από ανεργία στο εσωτερικό τους.

Στην ίδια συνέντευξη του Ινστιτούτου Hudson, ζητείται να τοποθετηθεί ο σύμβουλος του Προέδρου ως προς τον βασικό ανταγωνιστή των ΗΠΑ, την Κίνα. Ερωτάται ο Μίραν πώς θα αντιμετωπίσουν οι ΗΠΑ ανάμεσα στα άλλα, την υπερπαραγωγή της Κίνας, καθώς «η οικονομία της στηρίζεται σε υπερεπενδύσεις στην παραγωγική ικανότητα και εξαγωγές».

«Αυτό έχει παρατηρηθεί ξανά και ξανά σε βιομηχανίες όπως ο χάλυβας, οι ηλιακοί συλλέκτες, τα κρίσιμα ορυκτά, τα ηλεκτρικά οχήματα, μεταξύ άλλων.

Και εξαρτώνται από την πρόσβασή τους σε ξένες αγορές προηγμένων οικονομιών όπως η δική μας, οι οποίες είναι περισσότερο προσανατολισμένες στην κατανάλωση» προσδιορίζει μέσα στην ερώτησή του ο αμερικάνος του Ινστιτούτου τους τομείς της κινεζικής βιομηχανικής υπερπαραγωγής.

Σε αυτό το σημείο ο Μίραν απαντάει με ένα παράδειγμα πολύ χαρακτηριστικό. Αναφερόμενος στα ηλεκτρικά οχήματα ειδικότερα, λέει ότι δεν έγιναν καθόλου εισαγωγές κινεζικών οχημάτων στις ΗΠΑ. Ποιοι κάνανε όμως εισαγωγές και πρέπει να σταματήσουν αυτά τα πάρε δώσε; οι Ευρωπαίοι. Λέει χαρακτηριστικά:

Δεν θέλουμε οι δικές μας βιομηχανίες να εξαφανιστούν από αυτή την πλεονάζουσα (εννοεί την κινεζική) παραγωγική ικανότητα.

Αυτό όμως που περιγράφει ο Αμερικάνος δεν είναι άλλο από την συνεχόμενη κρίση υπερπαραγωγής στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Οι σύγχρονοι μονοπωλιακοί όμιλοι απομυζούν τις σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις -έμψυχες και υλικές- για βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα κέρδη χωρίς καμία φειδώ με βάση το τί πραγματικά είναι αναγκαίο. Η δυνατότητα υπερπαραγωγής σε όλες τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις είναι εκρηκτική ως προς τα αναβαθμισμένα υλικοτεχνικά σύγχρονα μέσα. Οι αγορές, όμως, είναι περιορισμένες, η πίτα καθορισμένη και αν σε αυτές που κυριαρχούσαν τα παλιά αρπακτικά εισβάλουνε τα νέα, θα πρέπει να γίνει ξαναμοίρασμα. Ένα ξαναμοίρασμα που, ιδιαίτερα στην συγκεκριμένη συνθήκη, μόνο ειρηνικό δεν θα μπορεί να είναι.