Κόπτονται δήθεν οι δικαιωματιστές της αστικής τάξης και ειδικότερα οι γυναίκες ιδιοκτήτριες πλοίων, βιομηχανιών και επιχειρήσεων, μέσα από τα διάφορα κοινωνικά φόρουμ «ευαισθητοποίησης» και τα καπιταλιστικά τους ιδρύματα «φεμινιστικά» ντυμένα, για τις γυναίκες της χώρα μας. Παραμύθια. Το λέμε και το ξαναλέμε. Τα δικά τους στοιχεία καταμαρτυρούν ότι οι γυναίκες της εργατικής τάξης και των φτωχολαϊκών στρωμάτων χτυπιούνται αδυσώπητα από τα κοινωνικά πρότυπα για το πώς πρέπει να είναι η σύγχρονη γυναίκα στον καπιταλισμό, για να είναι αρεστή από την οπισθοδρομική πατριαρχία που βάζει στη φαρέτρα του το σύστημα για τη διπλή εκμετάλλευσή της γυναίκας και φυσικά από την περιθωριοποίηση της από την παραγωγική διαδικασία, επειδή είναι γυναίκα.
Στοιχεία που δημοσίευσε η Καθημερινή (16/6/2024) αναφέρουν ότι το ποσοστό των ανδρών 20-64 ετών που συμμετέχει στο εργατικό δυναμικό είναι 84,4% ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στις γυναίκες είναι μόνο 67,2%. Επίσης, 622.000 γυναίκες δεν εργάζονται για οικογενειακούς ή προσωπικούς λόγους εκ των οποίων οι 439.000 είναι κάτω των 65.
Οι προσωπικοί λόγοι που αναφέρονται γενικά στην αστική εφημερίδα δεν είναι άλλοι από τους ταξικούς φραγμούς που μπαίνουν στις γυναίκες. Για παράδειγμα, σε μια εργαζόμενη γυναίκα άνω των 40 ετών (πόσο μάλλον 65) δυσκολεύουν οι όροι για εξεύρεση εργασίας και οι εκβιασμοί πολλαπλασιάζονται από τους εργοδότες. Αν μάλιστα είναι χωρισμένη με παιδιά, στιγματισμένη συνδικαλίστρια ή μαχητική εργάτρια, αποφυλακισμένη ή πρώην τοξικομανής, ΑΜΕΑ κλπ τότε οι πιθανότητες για εργασία είναι ακόμα λιγότερες. Όταν αυτές οι γυναίκες βρίσκουν κάποια δουλειά, με μαθηματική ακρίβεια το μεροκάματο θα είναι λειψό, ενώ είναι τα μόνιμα θύματα της μαύρης και υποδηλωμένης εργασίας.
Στην ίδια έρευνα γράφεται ότι 151.000 γυναίκες δεν εργάζονται, για να φροντίζουν τα παιδιά στο σπίτι. Ως γνωστόν δεν υπάρχει ουσιαστική κρατική μέριμνα όπως δημόσιοι βρεφονηπιακοί/ παιδικοί σταθμοί ή λειτουργία σε απογευματινές ώρες, που να εξασφαλίζουν την προστασία του δικαιώματος της γυναίκας στην εργασία, το οποίο σε συνδυασμό με την αυτονόητη υποχρέωση της γυναίκας για το μεγάλωμα των παιδιών -μιας και είναι άμεσα επιφορτισμένη με τον ρόλο αυτό- να την κρατούν έξω από την παραγωγική διαδικασία και να την προσδένουν ακόμη περισσότερο με τους στερεοτυπικούς ρόλους που την κρατάνε «υπό». Αυτές οι γυναίκες δεν στερούνται μόνο την οικονομική ανεξαρτησία τους αλλά και το δικαίωμα περίθαλψης και ασφάλισης: είναι και για το τελευταίο συνήθως «υπόχρεες» στον άντρα τους, που τις ασφαλίζει, αν φυσικά κολλάει και ο ίδιος ένσημα. Ακόμα και στην πολυδιαφημιζόμενη μερική και «ευέλικτη» απασχόληση από την ΕΕ και την διάλυση του 8ωρου-5νθήμερου-40ωρου, οι γυναίκες στην Ελλάδα εργάζονται σε ποσοστό 11, 6% σε σύγκριση με το 27,9% της ΕΕ. Ως λύση εξετάζεται η τηλεργασία, ειδικά σε γονείς μικρών παιδιών, θεωρώντας όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται πως «θα μπορούσε να λειτουργήσει εξισορροπητικά με την ανάγκη φροντίδας μελών της οικογένειας από τις γυναίκες». Ξεπερνάμε την αυτονόητη σύνδεση της γυναίκας με τη φροντίδα της οικογένειας(!), για να σχολιάσουμε πως φυσικά μόνο «εξισορροπητικά» δε θα λειτουργήσει αυτό για τη γυναίκα, η οποία αποσπάται από τον χώρο εργασίας, άρα και την κοινωνικοποίησή της αλλά και την αλληλεπίδρασή της με τις συναδέλφισσες και συναδέλφους της, και την όποια συνδικαλιστική δράση της για την προάσπιση των εργασιακών της δικαιωμάτων (τα οποία γίνονται δυο φορές λάστιχο στις γκρίζες συνθήκες της τηλεργασίας), ενώ καλείται να διαχειριστεί ταυτόχρονα τον ρόλο της εργαζόμενης και της μητέρας την ίδια στιγμή.
Αυτά τα λίγα στοιχεία για άλλη μια φορά αποδεικνύουν την ανισοτιμία και τη διαρκή εκμετάλλευση της εργαζόμενης γυναίκας στον ελληνικό καπιταλισμό. Αποδεικνύουν τη θέση που της προσφέρει ο καπιταλισμός, μια θέση συνεχούς καταπίεσης και υποτίμησης. Θέση που την κρατά δέσμια και ας της πλασάρει μια επίπλαστη ελευθερία που περιορίζεται στην εξωτερική εμφάνισή της απομακρύνοντας την από την κοινωνική πραγματικότητα και την ουσιαστική απελευθέρωσή της.
Πρέπει να γίνει κατανοητό πως η χειραφέτηση της γυναίκας γίνεται εφικτή μέσα από την παραγωγική διαδικασία αλλά και την κατάργηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Η ένταξη της προλετάριας και της εργαζόμενης υπαλλήλου στην οργανωμένη εργατική τάξη είναι το πρώτο βήμα που χωρίς αυτό η αστική τάξη θα μπορεί να διατηρεί το γυναικείο εργατικό δυναμικό διασπασμένο, υποτιμημένο και χωρίς δικαιώματα.