Δημοσιεύουμε την συγκινητική συνέντευξη της Λένας στον Καρίμ που είναι από τα τέλη του 80 (μάλλον 1988-89) που είχε συμπεριληφθεί στην έκδοση «Τα παιδιά της Ιντιφάντα» από την Ελληνική Επιτροπή Διεθνούς Δημοκρατικής Αλληλεγγύης. Το εξαντλημένο βιβλίο μάς το δάνεισε από την βιβλιοθήκη της η Λ.Π. που στέκεται διαχρονικά στο πλευρό του Παλαιστινιακού λαού. Η Λένα και ο Καρίμ ήταν τότε παιδιά δημοτικού και η συνέντευξη είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα του 20ου Δημοτικού Σχολείου Κορυδαλλού. Όπως θα διαπιστώσετε τα δύο μικρά παιδιά, μια Ελληνίδα και ένας Παλαιστίνιος δίνουν μαθήματα ανάλυσης και αντιπληροφόρησης…

Η σοβαρότητα των ερωτήσεων και των απαντήσεων των δύο παιδιών δίνουν μαθήματα στους κάθε λογής σημερινούς άσχετους δημοσιολόγους που κοτσανολογούν, για να μη μιλήσουμε για τους κυβερνητικούς δημοσιογραφικούς παπαγάλους…

Για την ελληνική κοινωνία το Παλαιστινιακό ζήτημα την περίοδο εκείνη ήταν ζήτημα αδερφικής αλληλεγγύης και αγάπης που εκφραζόταν με κάθε τρόπο και από όλες τις ηλικίες. Η έκδοση αυτή έχει πλήθος πληροφοριών και κειμένων για την πρώτη Ιντιφάντα και εικόνες από τραυματισμένα παιδάκια και ζωγραφιές παιδιών που είχαν φιλοξενηθεί στη χώρα μας.

Η γενιά μας (ο γράφων ανήκει σε αυτή) ήταν ανάμεσα στα Ελληνόπουλα που βρέθηκαν με παιδιά από Παλαιστίνη και από Λίβανο (μετά τη Σάμπρα και Σατίλα) ως φιλοξενούμενα από την τότε ελληνική κυβέρνηση. Η Παλαιστίνη έγραψε στην καρδιά και τη ψυχή μας της γενιά μας από τότε, το «Λευτεριά στην Παλαιστίνη» σημάδεψε για πάντα το μέσα μας και μέχρι και σήμερα θα ανεμίζουμε τη σημαία του αδερφού λαού μας μέχρι την λευτεριά του ως τμήμα του ελληνικού λαού που δεν συμβιβάζεται με καμία κατοχή!

Αυτή η μικρή αναδημοσιευμένη συνέντευξη αφιερώνεται με αγάπη σε δύο συντρόφους. Στον Αργύρη που συνομήλικοι πιτσιρικάδες  μεγαλώναμε με τις εικόνες των παιδιών της Ιντιφάντα. Συνομήλικα παιδιά με μας να παλεύουν στις γειτονιές τους ενάντια στους καταχτητές του Ισραήλ. Και στον Μήτσο τον Τ. που είχε ανταλλάξει με ένα παλαιστινιάκι μια μπασκετική μπλούζα των Lakers με μια μαύρη παλαιστινιακή μαντίλα στις παιδικές κατασκηνώσεις του Δήμου Αθηναίων… Σήμερα οι δυο τους όπως οι χιλιάδες της γενιάς μας, και όχι μόνο, διαδηλώνουν και κυματίζουν τις σημαίες της λευτεριάς και δεν κάνουν τους κουφούς και τυφλούς όπως διάφοροι ψευτοπροοδευτικοί των «ίσων αποστάσεων» στην γενοκτονία της εποχής μας…

Γ.Φ.

Η ΛΕΝΑ ΣΥΖΗΤΑΕΙ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΡΙΜ

– Γεια σου. Πώς σε λένε;

– Καρίμ.

– Και πόσων χρονών είσαι;

– Δεκατριών.

– Από πού είσαι, Καρίμ;

– Είμαι Παλαιστίνιος. Ζω σε ένα στρατόπεδο προσφύγων στη Βηθλεέμ, μια πόλη στη Δυτική Όχθη του Ιορδάνη.

– Και τι τάξη πας;

– Πάω στην 4η Δημοτικού.

– Είσαι δεκατριών χρονών και πας ακόμα στην 4η Δημοτικού;

– Δε φταίω εγώ. Εδώ και δύο χρόνια σχεδόν δεν πάω σχολείο.

– Γιατί δεν πας, δε σου αρέσει;

– Αντίθετα, μου αρέσει πολύ. Αλλά από την ημέρα που άρχισε η Ιντιφάντα, οι ισραηλινές αρχές έκλεισαν τα σχολεία και τα πανεπιστήμια.

– Τι θα πει Ιντιφάντα;

– Θα πει εξέγερση στα αραβικά, τη γλώσσα που μιλάμε και στην Παλαιστίνη.

– Καλά, και γιατί κλείσανε τα σχολεία και τα πανεπιστήμια; Τι τους έφταιγαν;

– Λένε πως στο σχολείο, όταν τα παιδιά ήταν όλα μαζί, αποφάσιζαν να κάνουν διαδηλώσεις. Αλλά η αλήθεια είναι ότι επειδή ο λαός μας είναι από τους πιο μορφωμένους λαούς στον αραβικό κόσμο, θέλουν να μας μετατρέψουν σε λαό αγράμματο και αμόρφωτο.

– Ε, τώρα που δεν πας σχολείο, έχεις όλο τον καιρό ελεύθερο να παίζεις. Δεν το χαίρεσαι; Εδώ όταν κλείνουν τα σχολεία, όλα τα παιδιά είναι πολύ χαρούμενα.

– Ναι, στην αρχή χαιρόμασταν και εμείς. Αλλά τώρα θέλω να πάω σχολείο. Θέλω το σχολείο μου να ανοίξει από αύριο. Όταν θα μεγαλώσω θέλω να πάω στο πανεπιστήμιο και να γίνω γιατρός.

– Και τώρα τι κάνεις όλη μέρα; Παίζεις;

– Αν παίζω; Πού να παίξω και με τι;

– Δεν ξέρω… Να, με τα παιχνίδια σου, με τους φίλους σου, να πηγαίνεις εκδρομές, σινεμά…

– Μα δεν καταλαβαίνεις, εμείς στην Παλαιστίνη ούτε σινεμά έχουμε ούτε γήπεδα ούτε τίποτα. Στο στρατόπεδο που ζω δεν υπάρχουν παιχνίδια. Το μόνο που κάνουμε είναι να βγαίνουμε στους δρόμους και να παίζουμε τα παιδιά αναμεταξύ μας.

– Πάλι καλά! Και τι παίζετε;

–Κυνηγητό, κρυφτό, αλλά πρέπει να προσέχουμε, γιατί συνέχεια περνάνε αυτοκίνητα με ισραηλινούς στρατιώτες, και είναι φορές που μας πυροβολούν ή μας ρίχνουν δακρυγόνες βόμβες…

– Ναι ναι, το είδα στην τηλεόραση. Και σεις τους πετάγατε πέτρες και εκείνοι σας κυνηγούσαν, σαν κλέφτες κι αστυνόμοι.

– Αλήθεια μας είδες; Αλλά πρέπει να ξέρεις, δεν είναι παιχνίδι. Πράγματι πετάμε πέτρες, βάζουμε φωτιές σε παλιά λάστιχα αυτοκινήτων και κλείνουμε τους δρόμους με μεγάλες πέτρες για να μην μπορούν να περάσουν.

– Και δε φοβάστε;

– Και βέβαια φοβόμαστε, αλλά το κάνουμε για να τους δείξουμε ότι δεν τους θέλουμε στη δική μας χώρα, στη δική μας γη. Να πάνε στη δική τους πατρίδα και να μας αφήσουν να ζήσουμε ελεύθερα. Αλλά τρέχουμε γρήγορα, για να μη μας πιάνουν.

– Και δε σας πιάνουν ποτέ;

– Φυσικά και μας πιάνουν. Να, μια φορά που μ’ έπιασαν, εμένα και την παρέα μου, μας ανάγκασαν να αδειάσουμε τον δρόμο από τις κοτρώνες που τους εμπόδιζαν να περάσουν. Φτηνά τη γλιτώσαμε. Τα πιο μεγάλα παιδιά πάνε φυλακή. Να, ρώτα και το Φαγιέζ, που τον κράτησαν 6 μήνες και περισσότερο στη φυλακή. Άλλες φορές μας πυροβολούν από μακριά. Έχουν σκοτωθεί πολλά παιδιά της ηλικίας μας, και πιο μικρά ακόμη, ενώ άλλα έχουν μείνει ανάπηρα.

– Εμείς, πάντως, όταν σας βλέπουμε στην τηλεόραση, θαυμάζουμε το κουράγιο σας.

– Ξέρεις, είναι πολλοί από μας που φέρονται έξυπνα με τους στρατιώτες και τη γλυτώνουν. Μια μέρα, ένα παιδί είχε ανέβει σ’ έναν στύλο του ηλεκτρικού για να κρεμάσει μια σημαία. Μόλις την είχε βάλει, περνάει ένα περιπολικό, κατεβαίνει ένας στρατιώτης ,σκαρφαλώνει, αρπάζει τον φίλο μου από το πόδι και τον ρίχνει κάτω. «Τι κάνεις εκεί;» του βάζει τις φωνές. Κι ο φίλος μου του απάντησε ότι η σημαία ήταν πάνω και ότι ένα άλλο τζιπ τον είχε διατάξει να ανέβει και να την κατεβάσει. Ο στρατιώτης τον πίστεψε και έτσι τη γλύτωσε ο τυχερός. Μια άλλη φορά, ένα παιδί μόλις έξι χρονών πετούσε πέτρες σ’ ένα φορτηγό με στρατιώτες. Τον αρπάζει ένας στρατιώτης από τ’ αυτί και τον ρωτάει: «Ποιος σου είπε να πετάς πέτρες;», «Ο αδελφός μου», απαντά εκείνο. «Και που είναι τώρα ο αδελφός σου;» «Στο σπίτι». Μπαίνουν δύο στρατιώτες μέσα στο σπίτι για να συλλάβουν τον αδελφό και βρίσκουν ένα παιδάκι 4 χρονών. «Πού ‘ναι, βρε, ο αδελφός σου;» ρωτάνε. «Νάτος», τους απαντά ο Ναζέμ, και τους δείχνει το τετράχρονο αγόρι. Όμως πολλές φορές συλλαμβάνουν τους γονείς μας, όπως τους γονείς του Νουρή.

– Φαντάζομαι πώς θα ένιωσαν οι στρατιώτες. Πάντως αν και δεν πας σχολείο, μιλάς τα αγγλικά πολύ καλά. Καλύτερα και από μένα, που τα μαθαίνω και στο σχολείο και στο φροντιστήριο.

– Ναι, τα αγγλικά ήταν το αγαπημένο μου μάθημα. Ο δάσκαλός μας ήταν καλός, και με αγαπούσε πολύ γιατί ήμουνα καλός μαθητής.

– Καλά, και δεν τα ξέχασες εδώ και δυο χρόνια που δεν πας σχολείο; Όχι, γιατί τα ξανάρχισα πριν έξι μήνες.

– Κάνεις ιδιαίτερα;

– Όχι, όχι. Η Λαϊκή Επιτροπή μας οργάνωσε σε τάξεις.

– Τι είναι η Λαϊκή Επιτροπή;

– Είναι μεγάλη ιστορία. Είναι κάτοικοι του χωριού, άντρες και γυναίκες από τα στρατόπεδα, που έχουν αναλάβει διάφορες δουλειές. Ας πούμε, όταν έκλεισε το σχολείο, όλοι πιστέψαμε ότι θα είναι για λίγες μέρες. Όμως ο καιρός περνούσε και τα σχολεία δεν ανοίγανε. Ανησύχησαν οι μεγάλοι και είπαν ότι δε γινότανε να είμαστε όλη την ημέρα στους δρόμους. Το συζήτησαν με τη Λαϊκή Επιτροπή και βρήκαν τη λύση. Για την τάξη μου, για παράδειγμα, βρήκαν ένα δωμάτιο στο σπίτι του ξαδέλφου μου στο Σαλάχ, βρήκαν και κάποιους κατοίκους που μπορούν να μας διδάξουν και μαζευόμαστε καθημερινά και μας κάνουν μάθημα. Ή όταν δύο γείτονες μαλώνουν, αντί να πάνε στα δικαστήρια, η Επιτροπή τους λύνει τις διαφορές. Πριν τρεις μήνες, όταν στρατιώτες είχαν περικυκλώσει το στρατόπεδο και δεν άφηναν κανέναν να μπει και να βγει, η Επιτροπή διάλεξε κάποιους νέους, τους έδειξε έναν κρυφό δρόμο, και αυτοί βγήκαν και έφεραν τρόφιμα και φάρμακα από άλλα μέρη και η Επιτροπή τα μοίρασε σε όσους είχαν ανάγκη.

– Α. κατάλαβα, σαν το κρυφό σχολειό που είχαμε στην Ελλάδα στην τουρκοκρατία.

– Είχατε και σεις τέτοια σχολεία;

– Ναι, αλλά πολύ παλιά, όταν η Ελλάδα ήταν κατακτημένη από τους Τούρκους. Και τι προτιμάς, αυτά τα μαθήματα ή το κανονικό σχολείο;

– Εξαρτάται. Στο σχολείο είχαμε διαλείμματα για παιχνίδι, θρανία, ήταν πιο άνετα. Τώρα καθόμαστε χάμω και γράφουμε στα γόνατα. Από την άλλη, όμως, τώρα μιλάμε πιο ελεύθερα με τους δασκάλους. Παλιά δε μου άρεσε η ιστορία. Τώρα είναι το αγαπημένο μου μάθημα. Για πρώτη φορά ακούμε τη λέξη Παλαιστίνη, μαθαίνουμε την παλιά και τη νεότερη ιστορία μας, το γιατί οι παππούδες μας έφυγαν το 1948 από τα χωριά τους που είναι τώρα στο Ισραήλ, και ήρθανε στο στρατόπεδο στη Βηθλεέμ.

– Η φίλη σου η Ράνα φοράει πολύ ωραίο φόρεμα, μακρύ, με κεντήματα. Άρεσε και σε άλλες συμμαθήτριες. Έτσι ντύνονται τα κορίτσια στην Παλαιστίνη;

– Όχι βέβαια. Δε βλέπεις τα άλλα κορίτσια που φοράνε μπλούζες και τζην σαν και σένα; Αλλά τώρα όλο και πιο πολλές φοράνε παραδοσιακές ενδυμασίες. Είναι ένας τρόπος για να επιβεβαιώσουμε ότι είμαστε Παλαιστίνιοι, ότι έχουμε δική μας ταυτότητα. Πριν την Ιντιφάντα, θυμάμαι τις μητέρες και τις γιαγιάδες μας, που όταν τελείωναν τις δουλειές τους κεντούσαν τέτοια ρούχα, για να φτιάξουν τα προικιά των κοριτσιών.

– Τώρα έπαψαν να κεντούν;

– Όχι, αλλά δεν έχουν πια πολύ χρόνο.

– Πού δουλεύουν, σε γραφεία και εργοστάσια;

– Όχι, όμως τώρα που αποφάσισαν να μην αγοράζουν πια ισραηλινά προϊόντα έχουν πολλή δουλειά. Πριν την εξέγερση, όταν θέλαμε να αγοράσουμε μπισκότα, πηγαίναμε στον μπακάλη και αγοράζαμε. Κάποια στιγμή, μια ομάδα γυναικών αποφάσισε να φτιάχνει μπισκότα και μαρμελάδα και να τα πουλάει στον μπακάλη, και έτσι και αυτός δε φέρνει προϊόντα από το Ισραήλ. Άλλες γυναίκες φτιάχνουν τουρσιά ή ράβουν φορέματα. Είναι κι αυτό ένα είδος αντίστασης.

– Και δε μου λες, γιατί το να φτιάχνεις μπισκότα και μαρμελάδα είναι αντίσταση;

– Είναι, γιατί παλιά οι Ισραηλινοί επιχειρηματίες κέρδιζαν πολλά από εμάς, από αυτά που αγοράζαμε. Τώρα, όμως, έχουν χάσει πολλά από τα κέρδη τους, και γι’ αυτό είναι εξαγριωμένοι με την Ιντιφάντα. Κι ακόμα, γιατί έτσι τους δείχνουμε ότι μπορούμε να βασιζόμαστε στους εαυτούς μας.

– Κι ο μπαμπάς σου, τι δουλειά κάνει;

– Είναι ξυλουργός. Φεύγει πολύ νωρίς το πρωί και πηγαίνει στο εργοστάσιο που βρίσκεται στο Ισραήλ.

– Θα ‘θελες να μου πεις για το ταξίδι σου στην Ελλάδα;

– Τι να σου πω;

– Να, αν σου άρεσε, τι σου άρεσε πιο πολύ…

– Η θάλασσα, πρώτη φορά έκανα μπάνιο στη θάλασσα. Άκουγα και διάβαζα γι’ αυτή, αλλά δεν την είχα δει ποτέ.

– Δεν έχετε θάλασσα στην Παλαιστίνη;

– Η Λωρίδα της Γάζας είναι πάνω στη θάλασσα. Παλιά πήγαινε ο κόσμος διακοπές, αλλά τώρα δεν έχουμε χρήματα. Μα και να ‘χαμε, οι Ισραηλινοί δε μας αφήνουν να μετακινούμαστε ελεύθερα στην πατρίδα μας.

– Τι άλλο σου άρεσε;

– Ευχαριστήθηκα πολύ όταν πήγαμε στο σχολείο στο Αιγάλεω. Κάναμε δύο ομάδες, μία από Παλαιστίνιους και μία από Έλληνες και παίξαμε μπάσκετ. Ήταν η πρώτη φορά που έπαιξα σε γήπεδο τόσο ελεύθερα. Δεν ξέρω αν το καταλαβαίνεις αυτό. Στην Παλαιστίνη όσο θυμάμαι, από τότε που γεννήθηκα, τον Ιανουάριο του 1977, οι Ισραηλινοί στρατιώτες ήταν πάντα εκεί στους δρόμους, στα παιχνίδια μας, όταν πηγαίναμε σχολείο. Πρώτη φορά ένιωσα ελεύθερος εδώ, στην Ελλάδα είδαμε πολύ κόσμο, παίξαμε ελεύθερα, κανένας δε μας σταμάτησε, κανένας δε μας εμπόδισε να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Μάλιστα, σε ένα από τα σχολεία σας τα παιδιά γράψανε για εμάς στην εφημερίδα τους.

– Θα ήθελες να μείνεις εδώ;

– Για λίγες μέρες ναι, όχι όμως για πάντα. Εσύ θα μπορούσες να αφήσεις τους δικούς σου, τον πατέρα σου, να πολεμάνε και εσύ να διασκεδάζεις;

– Έχεις δίκιο.

– Τώρα, όμως, αισθάνομαι πολύ καλύτερα από όταν ήρθαμε πριν ένα μήνα. Όταν γυρίσω στην Παλαιστίνη θα πω στους φίλους μου όσα είδα εδώ. Ξέρεις, εμείς νομίζαμε ότι είμαστε μόνοι, πως κανείς δε νοιάζεται για μας. Πόσο ξαφνιάστηκα όταν είδα ότι και πιο μικρά παιδιά στην Ελλάδα ξέρουν τι συμβαίνει στην πατρίδα μας και πόσο υποφέρουν τα παιδιά εκεί! Εδώ μας φέρθηκαν με αγάπη. Δε νιώθω πια μόνος. Κι εγώ που πίστευα πως όλοι οι ξένοι είναι σαν τους Ισραηλινούς!

– Ελπίζω τότε, Καρίμ, να μας ξανάρθεις.

– Ναι, θα το ήθελα πολύ. Αλλά χθες βράδυ πριν κοιμηθώ σκεφτόμουνα, μετά από όλα αυτά τα δώρα που μας δώσανε στη γιορτή, ότι εγώ δεν είχα τίποτε να σας δώσω, και λυπήθηκα. Όμως σκέφτηκα ότι όταν θα έχουμε τη δική μας ελεύθερη πατρίδα, θα καλέσουμε και εμείς παιδιά από την Ελλάδα και άρχισα να σκέφτομαι που θα πάμε και τι θα κάνουμε….