
Έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ δημοσιεύτηκε σχετικά με τη σίτιση των Ελλήνων, η οποία φανερώνει την μείωση των ποσοστών πρόσβασης στην τροφή. Πιο συγκεκριμένα, 7% του πληθυσμού ήρθε το 2024 αντιμέτωπο με μέτρια ή σοβαρή ανεπάρκεια τροφής, δηλαδή λήψη μειωμένης τροφής, παράλειψη ενός γεύματος ή τροφής όλη την ημέρα λόγω έλλειψης πόρων, ενώ το 1,6% με σοβαρή ανεπάρκεια. Τα ποσοστά είναι αυξανόμενα σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Φυσικά, η ακρίβεια και οι δυσβάσταχτες συνθήκες διαβίωσης επηρεάζουν τη σίτιση. Και αν το 7% με μέτρια ή σοβαρή ανεπάρκεια τροφής ακούγεται μικρό ποσοστό (ενώ δεν είναι καθόλου) μπορούμε να διευρύνουμε τον σχολιασμό στη γενικότερη σίτιση των λαϊκών νοικοκυριών και την ποιότητα του φαγητού που μπαίνει στο τραπέζι. Όλοι στα super markets βρίσκονται στο διαρκές κυνήγι των προσφορών και εννοείται ότι ψωνίζουν τα φθηνότερα προϊόντα του κάθε είδους, τα οποία, αν κάποιος κοιτάξει τα συστατικά τους, είναι χαμηλής διατροφικής αξίας σε σύγκριση με τα επώνυμα προϊόντα. Ακόμα κι έτσι, όμως, η κατανάλωση συγκεκριμένων τροφών έχει μειωθεί από την καθημερινότητα των ελληνικών τραπεζιών, όπως τα γαλακτοκομικά, το κρέας, το ψάρι, τα φρούτα αφού οι τιμές τους είναι απαγορευτικές.
Το υψηλό κόστος ζωής -ενοίκια, λογαριασμοί, φροντιστήρια (για όποιον έχει παιδιά), καύσιμα- επιδρά καταλυτικά στη διατροφή, αφού ο καθένας πρέπει «να κόψει» από κάπου, για να καταφέρει να βγει ο μήνας και η ποιοτική πρόσβαση στην τροφή επηρεάζεται άμεσα.
Εκτός βέβαια από τα παραπάνω στο κάδρο μπαίνει και το «γρήγορο φαγητό». Σε συνδυασμό με το υψηλό κόστος της σημερινής ζωής είναι και το συνεχόμενο τρέξιμο των σημερινών εργαζόμενων (ας μην ξεχνάμε και το νομοσχέδιο για την 13ωρη εργασία). Αυτή η έλλειψη χρόνου στην καθημερινότητα οδηγεί στην κατανάλωση γρήγορου φαγητού. Στα super markets ξεπηδούν έτοιμα «σπιτικά» γεύματα, εταιρίες προωθούν τα λεγόμενα γρήγορα γεύματα (όπως κεσεδάκια που με λίγο ζεστό νερό και ανακάτεμα έχεις μακαρόνια) και στο παιχνίδι μπαίνουν και οι πλατφόρμες ταχυφαγείας και οι συνεχόμενες προσφορές (πχ 1+1) δημιουργώντας μια νέα κουλτούρα στη διατροφή.
Έτσι, λοιπόν, από τη μία έχουμε ένα 7% με δυσκολία στην πρόσβαση τροφής και την κάλυψη βασικών διατροφικών αναγκών και έναν γενικότερο πληθυσμό που ενώ σιτίζεται, σιτίζεται κάτω από τις χειρότερες συνθήκες μη καλύπτοντας κι αυτός σωστά τις διατροφικές ανάγκες του. Τα παραπάνω προφανώς φέρουν ως αποτέλεσμα την αυξητική τάση της παχυσαρκίας, της αβιταμίνωσης, των καρδιακών παθήσεων και των γενικότερων προβλημάτων υγείας.
Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα δέχονται μια συνολική επίθεση που διαπερνά όλη τη ζωή τους. Στις συνθήκες στέγασής τους, στις συνθήκες εργασίας τους, στις διατροφικές τους συνήθειες… Κόβουν βασικές ανάγκες με στόχο να καλύψουν άλλες βασικές ανάγκες. Αλλάζουν τις συνήθειές τους προσπαθώντας να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, τα οποία γίνονται ολοένα και χειρότερα.
Σε αυτό το κλέψιμο της καθημερινότητάς μας οφείλουμε να βάλουμε ένα φρένο μέσα από τη διεκδίκηση μιας αξιοπρεπούς ζωής. Τίποτα δε θα μας δοθεί απλόχερα πέρα από «τυράκια» – τύπου καλάθι του νοικοκυριού και μειώσεις σε προϊόντα. Ο αγώνας ενάντια στο σύστημα της εκμετάλλευσης, της εξαθλίωσης και της φτώχειας είναι σήμερα πιο επιτακτικός από ποτέ.