Η ταινία “From ground zero” αποτελείται από μικρά βίντεο σύντομης διάρκειας 22 κινηματογραφιστών από τη Γάζα, παραγωγής του 2024. Όπως αναφέρει ο σκηνοθέτης της Ρασίντ Μασαράουι, ήθελε να φτιάξει μια ταινία για τον πόλεμο και θεώρησε ότι το καλύτερο είναι να χρησιμοποιήσει ανθρώπους μέσα από την ίδια τη Γάζα. Σε συνεντεύξεις του διαβάζουμε ότι «ήθελε να φτιάξει κάτι ενάντια στη γενοκτονία, να δείξει τη βιαιότητα της ισραηλινής κατοχής, να αναδείξει τη δύναμη και ανθεκτικότητα του παλαιστινιακού λαού» κλπ. 

Και το ερώτημα είναι: αφού υποτίθεται το ήθελε, γιατί δεν το έπραξε;

Η εν λόγω ταινία, όχι μόνο δεν αποτυπώνει τα όσα υποτίθεται ότι ήθελε ο επιβλέπων σκηνοθέτης, αλλά το ακριβώς αντίθετο. Πρόκειται για ένα χλιαρό, στην καλύτερη περίπτωση γλυκανάλατο και, εμμέσως, αντιδραστικό δημιούργημα, που αναρωτιέται κανείς τί ακριβώς θέλει να πετύχει. Σίγουρα το γεγονός ότι ο τίτλος της ταινίας προδιαθέτει τον θεατή για κάτι πολύ «δυνατό» (αφού έρχεται μέσα από την καρδιά του πολέμου) κάνει τα πράγματα ακόμη χειρότερα. Μηδέν στο πηλίκο.

Αν εξαιρέσει κανείς το γεγονός ότι υπάρχουν πλάνα με τα ερείπια της Γάζας, τις σκηνές που δείχνουν τον εκτοπισμό, τις ουρές των ανθρώπων για νερό, φαγητό κλπ. –πώς θα μπορούσε να μην υπάρχουν άλλωστε;– η ταινία αυτή θα μπορούσε να αφορά οποιαδήποτε περιοχή του κόσμου, ανά πάσα ώρα και στιγμή καταστροφής. Θέλει προσπάθεια να βγαίνει μια ταινία από Παλαιστίνιους και να μην αναφέρονται ούτε μια φορά οι λέξεις γενοκτονία, Ισραήλ, κατοχή, αντίσταση. Για να είμαστε δίκαιοι το «κατοχή» ψελλίστηκε μια φορά σε μια απ’ τις ιστορίες. Και τέλος.

Σχεδόν όλα τα βίντεο διακρίνονται από μια κλάψα, μια μεμψιμοιρία που δεν ταιριάζει στον παλαιστινιακό λαό· όχι γιατί δεν αρέσει σε εμάς απ’ έξω, αλλά γιατί ο ίδιος ο λαός της Γάζας, της Δυτικής Όχθης, των καταυλισμών το έχει διεκδικήσει και το έχει κερδίσει. Ένας λαός που αγωνίζεται με συνέπεια και με όλα τα μέσα επί 100 χρόνια και τονίζει με κάθε τρόπο ότι δεν θέλει τη θυματοποίηση παρά μόνο το δίκιο του. Και γι’ αυτό χύνει το αίμα του.

Είναι γνωστό ότι εάν θέλει ένας δημιουργός να αναδείξει κάτι δεν χρειάζεται να χρησιμοποιήσει συγκεκριμένες έννοιες και λέξεις. Μπορεί να «περάσει» το μήνυμά του με χίλιους δυο τρόπους όταν χρησιμοποιεί τη δύναμη της εικόνας και της τέχνης. Το ζήτημα όμως εδώ είναι το εξής: γιατί οι δημιουργοί των βίντεο, και συνεπώς και ο σκηνοθέτης που «επέβλεπε» την όλη παραγωγή, δεν θέλησαν ούτε μία φορά να αναδείξουν την προέλευση των δεινών του πολέμου; Σχεδόν παντού στην ταινία γίνονταν αναφορές στο να «σταματήσει ο πόλεμος», «δεν αντέχουμε άλλο», υπερτονιζόταν η «μη βία και η ειρηνιστική… διάθεση»· σε άλλο βίντεο η οργή άλλης πρωταγωνίστριας περιορίστηκε μόνο στο να καταγγείλει την επιχείρηση της 7ης Οκτώβρη και πάει λέγοντας. Και το αποκορύφωμα στο κλείσιμο με ένα άστοχο animation: ένας πατέρας, που είχε χάσει τη μνήμη του από βομβαρδισμό στη Γάζα στον πόλεμο του 2014, αλλά την ανέκτησε εξαιτίας άλλου βομβαρδισμού στον τωρινό πόλεμο και αναγνώρισε τη γυναίκα του, η οποία τον ενημέρωσε ότι «αυτός ο πόλεμος είναι ο χειρότερος, έχουν καταστραφεί όλα, δεν υπάρχει τίποτα». Επομένως εκείνος κατέληξε ότι είναι καλύτερο να χάσουν όλοι τη μνήμη τους και να επανέλθουν στο 2014! Συγχυσμένα μηνύματα που δεν καταλήγουν πουθενά. Λες και δεν βαλλόταν ήδη χρόνια η Γάζα από τους βομβαρδισμούς, όποτε οι σιωνιστές ήθελαν να φουντώσουν τον αφιονισμένο όχλο τους για να στρέψουν τα βλέμματα πέρα απ’ τα εσωτερικά προβλήματα τους. Λες και τα δεινά του λαού της Γάζας προκλήθηκαν μόνο μετά τις 7 Οκτώβρη. Ο εκτοπισμός, ο αποκλεισμός, η κατοχή, οι διακρίσεις, οι συλλήψεις και οι δολοφονίες δεν προϋπήρχαν.

Είναι άγνωστο και αδιάφορο αν η ταινία ήθελε να αγγίξει κάποια ιδιαίτερη χορδή της Δύσης για να ευαισθητοποιήσει σχετικά με τη γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού. Ακόμη κι έτσι, πάλι προβληματικό θα ήταν το πλαίσιο αφ’ ης στιγμής αποκόβεται από τον συνολικό αγώνα ενός λαού για ελευθερία και αξιοπρέπεια, ενός λαού που παλεύει ενάντια στην πιο βάναυση κατοχή της σύγχρονης ιστορίας. Ούτε καν αυτό δεν συνέβη όμως. Η μόνη «χορδή» που μπορεί να αγγίχτηκε θα ήταν ενδεχομένως κάποιων Δυτικών, που είναι σε πλήρη συμφωνία με το σιωνιστικό μόρφωμα του Ισραήλ κι έχουν, ούτως ή άλλως, επιλεκτικές «ευαισθησίες».

Ας ελπίσουμε το αποτέλεσμα της εν λόγω ταινίας να έγινε κατά λάθος και όχι σκόπιμα και η επιλογή των 22 κινηματογραφιστών και των ιστοριών που θέλησαν να παρουσιάσουν να ήταν τυχαία. Θέλει πραγματικά προσπάθεια να χρησιμοποιήσεις τη δύναμη της εικόνας για να ντύσεις κούφιες φράσεις. Πόσο μάλλον όταν αφορά τον λαό σου, που αγωνίζεται εν μέσω μιας γενοκτονίας.

ΥΓ. Δύο συγκλονιστικές ταινίες-ντοκιμαντέρ που γυρίστηκαν και αυτές το 2023-2024 και προβάλλονται είναι το Janin Jenin,του Μοχάμαντ Μπάκρι, και το A Fidai Film, του Καμάλ αλ-Ζαφάρι. Ευτυχώς υπάρχουν και αυτοί οι δημιουργοί που δείχνουν τη δύναμη της τέχνης, ειδικά όταν μπαίνει κάτω απ’ τα φτερά ενός σκοπού…

Χ.