Υπάρχει ένα «τυφλό» φανάρι στην οδό Γκυιλφόρδου, κάθετη στην Πατησίων˙ένας εργαζόμενος της «wolt» με σκούτερ πιάνει κουβέντα σε σύντροφό μας που ξεροστάλιαζε στο φανάρι.

«Ωραίες κονκάρδες φίλε».

Ο σύντροφος τού χαρίζει ένα πλατύ χαμόγελο. Οι κονκάρδες που αναφέρθηκαν είναι καρφιτσωμένες στην τσάντα του. Ένα σφυροδρέπανο και ένας μαχητής των Διεθνών Ταξιαρχιών στην Ισπανία.

Ο «βολτάς», για να προλάβει το φανάρι, του λέει στα γρήγορα ότι είναι εγγονός παρτιζάνων του Χότζα. Ο σύντροφος του λέει με χαρά ότι και ο ίδιος είναι εγγόνι παρτιζάνων του ΔΣΕ. Δώσανε τα χέρια. Το φανάρι άναψε πράσινο. Τους έπιασε το επόμενο μπροστά από το κτίριο της Γενικής Συνομοσπονδίας Εξυπηρέτησης Εργοδοτών.

«Τώρα τι κάνουμε;» του λέει ο σύντροφος.

«Τίποτε, φίλε είμαστε χαμένοι, ό, τι και να κάνουμε, τίποτε δεν θα γίνει…».

 «Πότε είσαι γεννημένος;»

 « Το ‘95».

«Θα μας κορόιδευαν οι παππούδες μας, αν μας άκουγαν με τέτοια ηττοπάθεια…».

Ο σύντροφος δεν πρόλαβε να τελειώσει τη φράση του, το φανάρι άναψε πράσινο.

Χωρίστηκαν με υψωμένη γροθιά, χαμόγελα και ευχές για καλό δρόμο. Δύο εργαζόμενοι που χώθηκαν μέσα στις νόρμες και τις ταχύτητες, για να βγει το μεροκάματο. Δεν ήταν νέφος από τα καυσαέρια το σύννεφο πάνω από τα κεφάλια τους αλλά η αποσυσπείρωση, η ηττοπάθεια και η πολυδιάσπαση που υπάρχει μέσα στον κόσμο της εργασίας, η κυριαρχία της άποψης «τίποτε δεν αλλάζει» μέσα στις εργατολαϊκές μάζες…

«Όλα τα σφυριά μας να χτυπάνε για την οργάνωση και την ενότητα της εργατική τάξης, έτσι ώστε να ανατρέψουμε τον αρνητικό συσχετισμό και να ξανακάνουμε το προλεταριάτο ακτινοβόλα δύναμη». Αυτό σκέφτηκε ο σύντροφος στο επόμενο φανάρι και το έστειλε ακριβώς έτσι στην συντακτική ομάδα του Prolet connect.

Γ.