
Η γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού στη Γάζα εδώ και πάνω από 700 μέρες και η συνεπακόλουθη αντίστασή του, έχουν συγκλονίσει κάθε προοδευτικό άνθρωπο σε ολόκληρο τον κόσμο. Καθημερινά μικρές ή μεγάλες κινήσεις αλληλεγγύης προς αυτόν τον πολύπαθο –αλλά πάντα αντάρτη– λαό πραγματοποιούνται σε κάθε γωνιά της γης. Παράλληλα, στο πολιτικό-ιδεολογικό πεδίο συνεχίζεται η συζήτηση για τα αίτια του πολέμου, για το ποιος τον προκάλεσε, γιατί έγινε η ηρωική επιχείρηση της 7ης Οκτώβρη από τις δυνάμεις της Παλαιστινιακής αντίστασης, τι συνέβαινε στην Παλαιστίνη πριν την 7η Οκτώβρη κλπ. Πάνω σε αυτή τη διαπάλη, στην ιστορία του Παλαιστινιακού ζητήματος, έχουμε προχωρήσει στην έκδοση της ιστορικής έρευνας του μαρξιστή επαναστάτη Γασάν Καναφάνι για τη Μεγάλη Παλαιστινιακή Εξέγερση του 1936-1939, τα γεγονότα της οποίας έβαλαν τις βάσεις για τη μετέπειτα αρπαγή της παλαιστινιακής γης και την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ.
Ένα ακόμα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση έρχεται με την επερχόμενη έκδοση της μετάφρασης του βιβλίου “Searching Jenin” του Αμερικανο-παλαιστίνιου δημοσιογράφου Ramzy Baroud (εκδόθηκε το 2003), το οποίο περιέχει μια σειρά από μαρτυρίες επιζώντων κατοίκων του προσφυγικού καταυλισμού της πόλης της Τζενίν, ο οποίος είχε δεχθεί τη βάναυση εισβολή του ισραηλινού στρατού κατά τη διάρκεια της Δεύτερης Ιντιφάντα τον Απρίλιο του 2002. Εικοσιένα δηλαδή χρόνια πριν την επιχείρηση «Κατακλυσμός του Αλ-Άκσα» της Παλαιστινιακής Αντίστασης. Αν διαβάσει κάποιος τις μαρτυρίες και τα όσα περιγράφουν οι κάτοικοι του προσφυγικού καταυλισμού και δεν κοιτάξει την ημερομηνία του βιβλίου, θα νομίσει ότι πρόκειται για γεγονότα που συμβαίνουν σήμερα στη Λωρίδα της Γάζας. Ουσιαστικά η Τζενίν, αυτή η πόλη με την πλούσια αντιστασιακή κληρονομιά, είχε χρησιμοποιηθεί σαν πρόβα για όσα έμελλε να συμβούν (και συμβαίνουν ακόμα), εικοσιένα χρόνια αργότερα σε ένα άλλο μέρος της παλαιστινιακής γης, τη Λωρίδα της Γάζας. Η Τζενίν ήταν η Γάζα πριν τη Γάζα, αποδεικνύοντας τις διαχρονικές φρικώδεις τακτικές της ισραηλινής κατοχής και βαρβαρότητας. Γίνεται έτσι ακόμα πιο ξεκάθαρο ότι η 7η Οκτώβρη δεν ήταν ένας κεραυνός εν αιθρία, αλλά η δίκαιη απάντηση ενός λαού που για πάνω από 80 χρόνια διώκεται και δολοφονείται στην ίδια του τη γη.
Στο πλαίσιο λοιπόν της προετοιμασίας της έκδοσης του βιβλίου θα κάνουμε μια σειρά προ-δημοσιεύσεων από ορισμένες μαρτυρίες των κατοίκων της Τζενίν.
Um Muhammad
H Oυμ Μουχάμαντ, της οποίας το κανονικό όνομα είναι Ναέμι Αμπού Ατέα, είναι πενήντα-τεσσάρων (54) ετών και έχει εννιά κόρες και έξι γιους. Παρά τα δραματικά γεγονότα που βίωσε κατά τη διάρκεια της επίθεσης, λέει ότι η πίστη της στον Θεό έγινε πιο δυνατή και της δίνει ελπίδα.
Την έκτη μέρα της εισβολής, ένα μέρος του σπιτιού του γείτονα κατέρρευσε. Η οικογένειά μας κρυβόταν στο υπόγειο. Ήμασταν περίπου εικοσιπέντε άνθρωποι. Τα παιδιά ούρλιαζαν και οι πύραυλοι έπεφταν. Καθώς έπεφτε κάθε πύραυλος ή βλήμα, τα πάντα έτριζαν και τα παιδιά άρχιζαν να κλαίνε. Τότε είπα: «Απλά προσευχηθείτε και όλα θα πάνε καλά».
Μια μέρα, οι Ισραηλινοί μπούκαραν στο σπίτι. Τους είπα: «Τι νομίζετε ότι κάνετε; Τρομάζετε τα παιδιά!». Οι στρατιώτες απάντησαν: «Φύγε από το σπίτι σου αμέσως τώρα». Είπα: «Δεν έχω να πάω πουθενά». Μας ανάγκασαν να χωριστούμε σε ομάδες αντρών και γυναικών. Ύστερα πήραν τους άντρες και έφυγαν. Μερικοί στρατιώτες έμειναν στο σπίτι μας για σχεδόν πέντε μέρες. Δεν ξέραμε ότι κάποιους από τους άντρες μας τους πήγαν στο Σαλέμ. Οι στρατιώτες πήγαν στον επάνω όροφο. Μάζεψαν οτιδήποτε μπορεί να σπάσει και τα πέταξαν από την κορυφή του σπιτιού. Ήταν διασκέδαση γι’ αυτούς.
Είχαμε τις οικονομίες μιας ζωής σε μια μικρή τσάντα κρυμμένη στο δωμάτιό μας. Οι στρατιώτες τη βρήκαν όταν έψαχναν το σπίτι. Πήραν τα λεφτά και τα κορίτσια μου άρχισαν να κλαίνε. Τους είπα: «Έχουμε πίστη στον Θεό και Εκείνος είναι εκεί για να μας προσέχει».
Την 11η μέρα, οι στρατιώτες μας διέταξαν να φύγουμε από το σπίτι. Κάποιοι στρατιώτες έσυραν από τον καταυλισμό μία 82χρονη γυναίκα προς τα εμάς. Μας είπαν: «Πάρτε την μαζί σας». Την κουβαλήσαμε καθώς περπατούσαμε τη νύχτα. Αναζητήσαμε καταφύγιο σε ένα άλλο σπίτι στη γειτονιά. Η γειτονιά, ωστόσο, δεν είχε ούτε νερό, ούτε ηλεκτρικό – τίποτα.
Εκεί πέρα, πέντε άνθρωποι πέθαναν όταν ένας πύραυλος χτύπησε τη στέγη του σπιτιού τους, και εδώ τρεις άλλοι σκοτώθηκαν – όλοι την ίδια μέρα.
(Η Ουμ Μουχάμαντ έδειξε πρώτα ένα κατεστραμμένο σπίτι στη μία κατεύθυνση και μετά ένα άλλο κατεστραμμένο σπίτι στην αντίθετη κατεύθυνση).
Ήξερα μερικούς από τους ανθρώπους που πέθαναν, αλλά όχι όλους. Τους σκότωσαν και αφέθηκαν για δώδεκα μέρες χωρίς ταφή. Ήταν πολύ δύσκολο να αντέξεις τη μυρωδιά. Αλλά οι Ισραηλινοί δεν άφηναν κανέναν να πάρει τα πτώματα. Φύγαμε από τον καταυλισμό, αλλά γυρίσαμε όταν τελείωσε η εισβολή. Γύρισα πίσω στο σπίτι μου και βρήκα τον επάνω όροφο εντελώς καμένο. Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι με ερείπια και σπασμένα γυαλιά. Τίποτα στο σπίτι μας δεν έμεινε άσπαστο, όσο μεγάλο ή μικρό και αν ήταν.
Ήταν μια εγκληματική πράξη. Πως μπορεί κάποιος σε αυτό τον κόσμο να είναι τόσο σκληρός; Απλώς ζητάμε από τον Θεό αυτές οι μέρες να μην επαναληφθούν ποτέ. Προσεύχομαι για ειρήνη για όλο τον κόσμο. Απλά ενθυμούμενη τον τρόπο που ούρλιαζαν τα παιδιά είναι πολύ δύσκολο για μένα. Τα παιδιά μας μεγαλώνουν τόσο γρήγορα. Τώρα τα παιδιά των οποίων οι πατεράδες σκοτώθηκαν, μιλάνε συνεχώς για το ότι επιθυμούν να εκδικηθούν γι’ αυτούς. Δεν ξέρω αν οι λέξεις έχουν καμία αξία πια. Αν μιλάμε συνεχώς, θα μας απαλλάξει αυτό από την κατοχή;