Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις του Δαίμονα του Τυπογραφείου το βιβλίο διηγημάτων οι μπουρλοτιέρηδες, του Γ.Φ. Καλόγερου. Έπειτα από χρόνια ολόκληρα κινηματικής συγγραφής, λογοτεχνικής και μη –κυρίως μη!–, αξίζει να καταγραφεί ότι ο Γ.Φ.Κ. είναι ένας απ’ τους λίγους διηγηματογράφους του ριζοσπαστικού κινήματος – και είμαστε τυχεροί που γράφουν άνθρωποι σαν κι αυτόν. Διηγήματα που ξεκίνησαν απ’ τη νιότη ενός προλετάριου στην πόλη και «μεγάλωσαν» παράλληλα με μια ολόκληρη γενιά παιδιών, που έζησε όσα περισσότερα γεγονότα περιέκλειε μια ευρωπαϊκή, ή καλύτερα βαλκανική, πρωτεύουσα όπως η Αθήνα. Από τις πρώτες του εκδόσεις μέχρι την ενηλικίωση ενός ανθρώπου που, τυλιγμένος μέσα στα νήματα της ιστορίας του, άντλησε απλόχερα γνώση και εμπειρία από νέες και παλιές γενιές αγωνιστών. Εγγόνι κι ο ίδιος μιας κόκκινης γενιάς που πέρασε μέσα από θεούς και δαίμονες εντός κι εκτός Ελλάδας, κατέληξε να διαπερνά και να διαπλέκεται με τις ανήσυχες γενιές και τους αγώνες τους μετά τη δεκαετία του ‘90.

Έτσι λοιπόν, φτάνουμε στη σημερινή έκδοση, η οποία περιλαμβάνει διηγήματα που αφορούν τη Λευκάδα. Παιδικές κι εφηβικές ματιές από μια κλειδαρότρυπα που κλείνει στο εσωτερικό της μια παλαιότερη διάσταση, μια παλαιότερη παράδοση, έναν παλαιότερο τρόπο ζωής, μια παλαιότερη Ελλάδα. Κλεφτές ματιές σ’ ένα παρελθόν σε ένα νησί της Ελλάδας, πριν το κατασπαράξει κι αυτό η αλλοτρίωση, ο υπερτουρισμός, η αποξένωση. Μήπως δεν έχουμε σχεδόν όλοι μέσα μας μια συστάδα αναμνήσεων για τα παιδικά μας χρόνια, τους τόπους μας, νησιά και χωριά της ηπειρωτικής Ελλάδας (και της ηπειρωτικής Λευκάδας, όπως λέει χαριτολογώντας κι ο συγγραφέας) που σαρώθηκαν στο πέρασμα του χρόνου, της «ανάπτυξης» κλπ…;

Και μ’ αυτό ακριβώς μας φέρνει αντιμέτωπους ο Γ.Φ. Καλόγερος: αποτυπώνοντας, όσο πιο λιτά και προσιτά γίνεται, τη μεταφορά των εσωτερικών εικόνων και αναμνήσεων ενός παιδιού που πρόλαβε στο κατώφλι της νέας χιλιετίας την παλιά Ελλάδα. Αυτή του μετεμφυλιακού σπαραγμού, όπως αποτυπώνεται στη φιγούρα του Τρελομήτρου, της φτώχειας αλλά και της αλληλεγγύης· αλλά και αυτή των ανέμελων παιδιών των τελευταίων δεκαετιών του προηγούμενου αιώνα, που δεν έζησαν τεχνολογική επανάσταση αλλά δημιουργικότητα και ατόφια υπερδιέγερση. Των παιδιών που σκίζονταν τα γόνατα παίζοντας μπάλα στον δρόμο, των παιδιών που γνώριζαν τον αγροτικό τρόπο ζωής μέσα απ’ τους αγαπημένους παππούδες, των παιδιών που συνδέθηκαν με τους «δεινόσαυρους» της παλιάς εποχής, στο πρόσωπο της αγαπημένης –όλων μας πλέον– γιαγιάς Κωνστάντως, στις τραγικές φιγούρες των μπουρλοτιέρηδων.

Γιατί η αγροτική ζωή δεν ήταν μόνο τρόπος οικονομικής επιβίωσης. Ήταν και τρόπος κουλτούρας, πολιτισμού και εθίμων που περικλείει κάθε πολιτισμός. Ένας τρόπος ζωής. Σκληρής ζωής. Αλλά, στο τέλος, ευτυχισμένης. Και αυτό δεν το λέμε εμείς, οι νεότεροι. Το ομολογούν οι ίδιες φιγούρες των παππούδων μας που την έζησαν.

Ας διαβαστεί λοιπόν απ’ τον καθένα αυτό το όμορφο βιβλίο και ας ελπίσουμε ότι θα κινηθούν όλο και περισσότεροι στη «γραμμή» του Γ.Φ.Κ. Γιατί η γραφή του εμπεριέχει τη νοσταλγία του χτες, τη μνήμη του σήμερα, τη δυναμική του αύριο. Μια δυναμική που συνδέεται στενά με την ιστορία των λαών και των παραδόσεων τους. Μην μπερδευτείτε απ’ τα γραφόμενα, δεν πρόκειται για λαογραφικό οδηγό. Αλλά για χνάρια στα μονοπάτια της παιδικής πατρίδας του Καλόγερου που την κρατάει ζωντανή.

Κι έτσι ας αναρωτηθεί ο καθένας μας: «Εγώ τι έκανα για τον δικό μου τόπο, για να μην πέσει κι αυτός στη λήθη;»

Εκ του αναγνωστικού κοινού Χ.