Στις σαπιόβαρκες που διασχίζουν το Αιγαίο φορτωμένες με παιδιά, γυναίκες και άντρες, που προσπαθούν να σωθούν από τη βία ή την ανέχεια στις χώρες τους (απότοκο της ιμπεριαλιστικής λεηλασίας) και καταλήγουν σε ακτές και βράχια της δικής μας χώρας ή στον υγρό τάφο της Μεσογείου, αδιάκοπα από το 2011 μέχρι σήμερα, βρίσκονται και παιδιά, γυναίκες και άντρες από τη Συρία. Εάν γλιτώσουν από τη δολοφονική βαρβαρότητα του ελληνικού κράτους και του λιμενικού του, αρκετές φορές συναντούν την αλληλεγγύη του λαού μας που θα τους διασώσει με όποιο τρόπο μπορεί και θα τους περιθάλψει όσο μπορεί.
Η αξία αυτής της αλληλεγγύης από κάθε δημοκρατικό πολίτη, κάθε ανθρωπιστή, κάθε διεθνιστή της χώρας μας είναι ανυπολόγιστη. Είναι αυτή που ζεσταίνει τις ψυχές των βασανισμένων συνανθρώπων μας, ο ανιδιοτελής εκείνος ανθρωπισμός που κατατάσσει τον άνθρωπο στο ανθρώπινο είδος. Ζεσταίνει, αμβλύνει τις συνέπειες των καταστροφών πάνω στους ρημαγμένους συνανθρώπους μας, αλλά δεν αρκεί από μόνη της για να πολεμήσει και τις αιτίες αυτών των καταστροφών.
Αυτό μπορεί κάποιος να το αισθανθεί αν συνθέσει την συνολική εικόνα της προσφυγιάς από τη Συρία στο σήμερα.
Μέχρι το 2023, οπότε και υπάρχουν τα στοιχεία, περίπου 6,8 εκατομμύρια Σύροι ζουν ως πρόσφυγες. Τα 5,5 εκατομμύρια βρίσκονται σε χώρες που γειτονεύουν με τη Συρία.
Ο Λίβανος παραμένει η χώρα με τον μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων ανά κάτοικο παγκοσμίως. Ποια είναι η κατάσταση στον Λίβανο; Η οικονομική κρίση είναι η χειρότερη στη σύγχρονη ιστορία του, οι τιμές των βασικών αγαθών έχουν εκτοξευθεί στα ύψη, το νόμισμα έχει χάσει το 95% της αξίας του. Πώς επιβιώνουν σε αυτή τη συνθήκη οι οικογένειες των προσφύγων που δεν μπορούν να έχουν ούτε λίγο ρύζι;
Στην Ιορδανία, οι καταγεγραμμένοι Σύροι πρόσφυγες είναι 660.000. Οι 135.000 από αυτούς ζουν σε καταυλισμούς, οι υπόλοιποι σε κοινότητες υποδοχής. Τέσσερις στους πέντε πρόσφυγες στην Ιορδανία ζει κάτω από το εθνικό όριο της φτώχειας (περίπου 3 δολάρια την ημέρα).
Το Ιράκ είναι χώρα υποδοχής για περίπου 260.000 Σύρους πρόσφυγες. Το 86% ζουν σε καταυλισμούς με τον κίνδυνο της επισιτιστικής ανεπάρκειας.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ είχε, επίσης, καταγράψει στην Αίγυπτο περισσότερους από 145.000 Σύρους, το 66% αυτών ζει κάτω από το εθνικό όριο της φτώχειας.
Στην Τουρκία, διαμένουν 2 εκατομμύρια Σύροι πρόσφυγες. Από αυτούς μόνο οι 220.000 βρίσκονται σε καταυλισμούς, δεχόμενοι κάποια βοήθεια. Το 90% των προσφύγων δεν μπορούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες.
Στην τελευταία, όμως, θα σταθούμε εδώ ιδιαίτερα. Ο πολυετής ερντογανισμός, αν μπορούμε έτσι να ονομάσουμε τον συνδυασμό της αυτοκρατορικής χλιδής του ίδιου και της μεγαλοαστικής τάξης με το προκεμαλικό σκοτεινό εποικοδόμημα της οθωμανικής φεουδαρχίας -με φόντο, όμως, πάντα τον ηγέτη του κινήματος των Νεότουρκων Κεμάλ Ατατούρκ- έχει ως συνέπεια την υλική αλλά και πνευματική εξαθλίωση τμήματος του γειτονικού μας λαού.
Η τελευταία περιλαμβάνει και το βάρβαρο κατάλοιπο της πατριαρχίας, να αντιμετωπίζεται η γυναίκα ως κατώτερο είδος. Έτσι, το φαινόμενο της πολυγυνίας, το οθωμανικό δικαίωμα των ανδρών να έχουν περισσότερες από μια γυναίκες- και του γάμου με ανήλικα κορίτσια, που είχαν απαγορευτεί το 1926 μετά την εγκαθίδρυση της τουρκικής αστικής Δημοκρατίας, έχει ξαναφουντώσει και κατασπαράζει από το 2011 τα χιλιάδες κορίτσια και γυναίκες πρόσφυγες από τη Συρία. Σύμφωνα με τουρκικές φεμινιστικές οργανώσεις η αρσενική πολυγυνία εκτοξεύτηκε στις περιοχές κοντά στα τουρκο-συριακά σύνορα, φτωχές αγροτικές περιοχές, συντηρητικές, στις οποίες συνέρρευσαν οι περισσότεροι πρόσφυγες.
Ανήλικα κορίτσια και νεαρές γυναίκες μέσω των καλοθελητών εμπόρων «γυναικείας σάρκας» βρέθηκαν παντρεμένες με έναν άντρα ως δεύτερες ή τρίτες γυναίκες, ανεπίσημα, χωρίς νομική κατοχύρωση αλλά με τις ευλογίες του ιμάμη. Ήταν μια εύκολη διαδικασία αρπαγής καθώς από τη μια οι προσφυγοπούλες αυτές είχαν περάσει παράνομα τα σύνορα χωρίς χαρτιά και επίσημα έγγραφα και από την άλλη το ερντογανικό καθεστώς είχε φροντίσει να τις ρίξει στην απόλυτη ανέχεια.
Από αυτές τις ανήλικες Kuma (συν-σύζυγοι) του 21ου αιώνα βρίσκουμε αναφορές ότι πολλές μεταξύ 12- 13 ετών έγιναν μητέρες. Πολλά από αυτά τα κορίτσια, που τους έχει δοθεί ο χαρακτηρισμός «Νύφες από τη Συρία» ήταν μικρότερα από τα παιδιά των εκμεταλλευτών τους. Πολλά κατέληξαν στα παζάρια της Ισταμπούλ, σε μια σύγχρονη αναβίωση του σκλαβοπάζαρου του Μπέγιαζιτ, όπου κρατούνταν οι κοπέλες και τα αγόρια που είχαν αρπάξει οι Οθωμανοί από τον Καύκασο, την Ασία, την Κριμαία, τα Βαλκάνια και οι σκλάβοι από την Αφρική.
Άλλη μια τραγικά απάνθρωπη διαδρομή και κατάληξη τόσων χιλιάδων ψυχών, μαζί με τους εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και εκατομμύρια τραυματίες, μαζί με πόλεις-ερείπια, μένει στην ιστορία ως συνέπεια του υπερδεκαετούς εμφυλίου πολέμου στη Συρία. Ποιοί, όμως και γιατί τον πυροδότησαν;
Η Τουρκία εντός δεκαετιών έχει προχωρήσει σε στρατιωτικές επεμβάσεις σε γειτονικές της χώρες, στην Κύπρο, στο Ιράκ και τελευταία στη Συρία. Διεκδικεί έτσι στρατιωτικά σημαντική θέση στην περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου και της Βόρειας Αφρικής. Σκοπός, επίσης, είναι να κερδίζει ως κάτοχος των διοδίων όλων των πιθανών ενεργειακών διαδρομών της Μέσης Ανατολής. Το τελευταίο φάνηκε ειδικότερα σε σχέση με τα συριακά κοιτάσματα πετρελαίου που εποφθαλμιούν οι Ρώσοι ιμπεριαλιστές.
Είναι, όμως, ο βορειοαμερικάνικος ιμπεριαλισμός που πυροδότησε την αιματηρή σύγκρουση εξοπλίζοντας τις αντιπολιτευόμενες στον Άσαντ δυνάμεις για να μπουν μπροστά τα συμφέροντα των αμερικανικών μονοπωλίων στην περιοχή. Η βρώμικη αυτή εξωτερική επέμβαση έγινε η κινούμενη άμμος που έπνιξε κάθε υγιές αίτημα εκδημοκρατισμού της χώρας (κατάργηση στρατιωτικού νόμου και καθεστώτος έκτακτης ανάγκης) και βύθισε τη χώρα στην εμφύλια σύγκρουση.
Το πόσο ενδιαφέρθηκαν οι ιμπεριαλιστές των ΗΠΑ για το Συριακό λαό και τα δικαιώματά του το έδειξαν περίτρανα με την επιβολή του εμπάργκο στη χώρα. Πόσο μάλλον με το γεγονός ότι δεν πήραν πίσω τον αποκλεισμό της Συρίας ακόμη και μετά τους καταστροφικούς σεισμούς του Φεβρουαρίου του 2023 σε Τουρκία και Συρία, τη στιγμή, δηλαδή, που ο συριακός λαός είχε άμεση ανάγκη από κάθε είδους βοήθεια.
Εδώ θα πρέπει να τονιστεί ότι η Συρία δεν ήταν μια υποανάπτυκτη χώρα. Αντιθέτως, από τα μέσα του 20ου αιώνα είχε την ισχυρότερη εθνική αστική τάξη σε σύγκριση με αυτές της Αιγύπτου, της Ιορδανίας, του Λιβάνου.
Ήταν, όμως μια χώρα που όπως τότε (1949) ανέλυε το ΚΚ Συρίας είχε μπει στις μυλόπετρες των «βαθιών, ανεπίλυτων αντιθέσεων στο στρατόπεδο των αποικιοκρατών» μεταξύ «αποχωρούντων» Βρετανών και «εισερχόμενων» ΗΠΑ για κυριαρχία στη Μέση Ανατολή. Ο αυξανόμενος εκείνος αγγλοαμερικανικός ανταγωνισμός του προηγούμενου αιώνα χάραξε μια σειρά πραξικοπημάτων που εναντιώθηκαν σε κάθε στοιχείο προόδου και τα πλοκάμια του φτάνουν μέχρι τη σύγχρονή μας ιστορία.
Μέσα σε αυτόν τον παλιό και το νέο ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό χαράχτηκε και η πορεία του Κόμματος του Μπάαθ της Συρίας, του οποίου ο Άσαντ είναι Γενικός Γραμματέας.
Σε ό,τι αφορά, τέλος, τις δικές μας αστικές κυβερνήσεις έγιναν για άλλη μια φορά τα γιουσουφάκια του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού, αναμασώντας κάθε αφήγημα της κυριαρχίας του και εξυπηρετώντας τις γραμμές του. Φρόντισαν, παράλληλα, να γίνουν και οι σύγχρονοι δήμιοι της μαζικής φυσικής εξόντωσης του ξεριζωμένου Συριακού λαού.
Κάθε ζωή που χάνεται σε στεριές και θάλασσες της χώρας μας είναι μια δολοφονία του ιμπεριαλιστικού συστήματος και της ντόπιας αστικής τάξης που το υπηρετεί πιστά. Το όπλο της αλληλεγγύης θα παραμένει άσφαιρο όσο δεν εφοδιάζεται από την «αποθήκη» του οργανωμένου αντικαπιταλιστικού/ αντιιμπεριαλιστικού αγώνα.