Κυκλοφόρησε πρόσφατα το βιβλίο του Τριαντάφυλλου Αθ. Γεροζήση Πρόσωπα, Μνήμες, Γεγονότα, από τις εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή. Ο Τ. Γ. βρέθηκε παρά την νεαρή του ηλικία στον ΔΣΕ. Ήταν μόνο 15 χρονών. Σε αυτό το βιβλίο έχει γράψει σε μορφή μικρών αφηγήσεων περιστατικά που έζησε o ίδιος. Όπως γράφει στην εισαγωγή «Στο περιεχόμενο των κειμένων αυτών υπάρχουν στοιχεία και γεγονότα που συνέβησαν σε διάφορες περιοχές, κυρίως όμως στη Θεσσαλία, και σε διάφορες χρονικές περιόδους και ιστορικές στιγμές». Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Λάρισα.
Στο βιβλίο του Ανταρτόπουλο στο ΔΣΕ. Το χαμένο ημερολόγιο (εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 2000) περιγράφει όλη του τη πορεία και είναι ένα από τα βιβλία που δείχνει το μεγαλείο του ΔΣΕ και αξίζει να διαβαστεί. Είναι μια μαρτυρία τεράστιου ιστορικού ενδιαφέροντος. Σε αυτό το σημείωμα δημοσιεύουμε ένα απόσπασμα από το κείμενο Χώμα Ελληνικό. Το οποίο αναφέρεται στον επαναστάτη κομμουνιστή Ν. Ζαχαριάδη και δείχνει το μεγαλείο ψυχής ενός ανθρώπου που τόσο λοιδορήθηκε από εχθρούς και «φίλους», από αναθεωρητές και οπορτουνιστές. Το αντιπαραθέτουμε στην σημερινή αστική αριστερά «των κινημάτων» (κάργα αντιζαχαριαδική) που δίνει Γή και Ύδωρ στους δολοφόνους του ΝΑΤΟ, ενώ παρακαλά τους αμερικάνους ιμπεριαλιστές για νέα σχέδια Μάρσαλ… Γράφει λοιπόν ο Τριαντάφυλλος Γεροζήσης:
«Ο Νίκος Ζαχαριάδης, την τελευταία μέρα που έπεσε ο Γράμμος, τον Αύγουστο του 49, δεν ήθελε να βγει από τα σύνορα, ήθελε να μείνει να σκοτωθεί με τους τελευταίους μαχητές και μαχήτριες του ΔΣΕ ή να αυτοκτονήσει. Τον έπεισαν να μην το κάνει διάφορα στελέχη που τον συνόδευαν και ο Βλαντάς, ο οποίος ήταν τότε υπουργός Στρατιωτικών της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης, μετά από την απαλλαγή του Μάρκου Βαφειάδη. Όταν πείστηκε ο Νίκος ν΄ακολουθήσει, να περάσει στην Αλβανία, έκανε δύο πράγματα: Έσπασε το ρολόι που φορούσε στο χέρι τη στιγμή που έβγαινε από την Ελλάδα και, το άλλο, ζήτησε να του δώσουν ένα μικρό σακουλάκι πυρίτιδα όπου έβαλε λίγο χώμα ελληνικό. Αυτά τα δύο, το σπασμένο ρολόι που έδειχνε την ώρα που έφυγε από την Ελλάδα και το σακουλάκι με το χώμα, τα κουβαλούσε πάνω του μέχρι το τέλος, μέχρι το θάνατό του».
Γ.Μαύρος