Είσαι μικρός και δεν χωράς
τον αναστεναγμό μου…
Μην κλαις και μη φοβάσαι το σκοτάδι
Εμείς που ζήσαμε φτωχοί
Του κόσμου η απονιά δε μάς τρομάζει
Θα έρθει και για μάς μια Κυριακή
Όσοι μεγαλώσαμε σε γειτονιές που κυριαρχούσε το λαϊκό στοιχείο, η εργατική τάξη και ο κόσμος της εργασίας που βίωνε την ταξική εκμετάλλευση, πολλά έχουμε να θυμόμαστε. Ανεξάρτητα την περίοδο του ελληνικού καπιταλισμού και του ειδικού χαρακτήρα κάθε φάσης του, ανεξάρτητα και της μορφής που έπαιρνε η εργατική τάξη μέσα σ αυτόν, υπήρχαν κάποια χαρακτηριστικά/κώδικες στις γραμμές των «από κάτω», τα οποία κρατιούνται ζωντανά από όσους και όσες μένουν πιστές στις αξίες και τα ιδανικά της τάξης μας. Τα χαρακτηριστικά και οι κώδικες της «δικαιοσύνης του λαού» δεν προήλθαν από παρθενογένεση, αλλά από την πάλη για κοινωνική απελευθέρωση της εργατικής τάξης, για την οικονομική, πολιτική, κοινωνική ισότητα όλων των ανθρώπων. Παρά τη σημερινή υποχώρηση του εργατικού- αντικαπιταλιστικού κινήματος, παρά την πρόσκαιρη ήττα του ιδανικού για την κατάργηση εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, κάποιοι κώδικες παραμένουν ζωντανοί… Το τσαγανό, η ντόμπροσύνη, η αλληλεγγύη, η φιλία, η αδελφοσύνη, οι δεσμοί της τάξης! Οι άντρες και οι γυναίκες της τάξης μας έχτισαν και θα χτίζουν πάντα τον κόσμο τους απέναντι και ενάντια στον κόσμο που θέλουν να χτίσουν οι αστοί, οι πλούσιοι και τα καβατζωμένα τσιράκια τους…
Σήμερα η μητρόπολη είναι φτιαγμένη έτσι ώστε μόνιμα κερδισμένο να βγαίνει το Κεφάλαιο, τίποτε «οπτικά» να μην θυμίζει την πάλη των τάξεων, την ταξική εκμετάλλευση. Προσπάθησαν να εξαφανίσουν «οπτικά» την αντίθεση πλούσιων- φτωχών, βίλας-χαμοκέλας, αφεντικού-εργάτη. Προσπάθησαν και κατάφεραν να διαχύσουν μέσα στις λαϊκές συνοικίες τα ιδεολογήματά τους, να διαμορφώσουν υπέρ τους τους πολιτικούς συσχετισμούς. Κατάφεραν να δηλητηριάσουν τη νεολαία που ζει στις λαϊκές συνοικίες με κάθε είδους ναρκωτικά, ιδεολογήματα συνθηκολόγησης και ταξικής ειρήνης, πλάσαραν την καταναλωτική κουλτούρα ως τρόπο ζωής. Αποδόμησαν την εργατική κοινότητα και ταυτότητα, πάσχισαν να περάσουν ότι δεν αξίζει να παλεύεις συλλογικά, ότι δεν αξίζει να κρατάς κόκκινα λάβαρα, ότι αυτά πάει πέρασαν…
Μέσα σε όλη αυτή την ιδεολογικοπολιτική επίθεση των τελευταίων δεκαετιών που εξαπέλυσαν προσπάθησαν να μετατρέψουν κυρίως την εργατική τάξη, σε τάξη κανιβαλική, σε τάξη αποδιαρθρωμένη και πλήρως αδύνατη να παράγει τον δικό της πολιτισμό, τη δική της ατόφια κουλτούρα. Την απομόνωσαν και την τεμαχίζουν… Μέσα σε αυτή την φουρτουνιασμένη περίοδο που κυριαρχεί η σύγχυση και οι κάθε είδους κουλτούρες που έρχονται «από τα πάνω» για να τις καταναλώνουν «οι από κάτω», γεννιούνται εκείνες οι φρικτές εικόνες φασισμού. Που ουσιαστικά είναι η νίκη του Κεφαλαίου μέσα στις γειτονιές μας, μέσα στην καθημερινότητά μας… Είναι η εύπεπτη «μαγκιά» που κάνει την εμφάνισή της στις γειτονιές που ζουν οι εργάτες και οι φτωχοί, η προλεταριακή νεολαία…
Παραπάνω γράψαμε για τσαγανό, ντόμπροσύνη, αλληλεγγύη, και ξέρουμε πως θα ξενίσουν μερικοί μεταμοντέρνοι αριστεροί κλπ. Όσοι ζήσαμε και μεγαλώσαμε στις πλατείες λαϊκών συνοικιών, στις αλάνες, στα «μπασκετάκια», στα σχολεία και στα καφενεία των περιοχών αυτών γνωρίζουμε πως ακόμα και σε ανθρώπους που δεν ήταν αντικαπιταλιστές, δεν ήταν κομμουνιστές θα τους φαινόταν αδιανόητο κάποιοι ψευτόμαγκες/μπουλούκι να χτυπάνε έναν άνθρωπο του μόχθου, ανεξάρτητα σε «ποιο θεό πιστεύει». Ο άνθρωπος του μόχθου, αυτός που έβγαζε το ψωμί του με τον ιδρώτα του, αυτός ή αυτή που κυνήγαγε το μεροκάματο, η φιγούρα του μουτζουρωμένου ανθρώπου του συνεργείου, του εργοστασίου, της οικοδομής, της βιοτεχνίας, η γυναίκα με έναν κουβά και μια σφουγγαρίστρα στο χέρι, ήταν στις γειτονιές αυτές οι αξιοσέβαστοι εργάτες. Και όχι από αυτό που λένε οι περισπούδαστοι αναλυτές λόγω ηθικής της εργασίας, αλλά γιατί οι γειτονιές αυτές είχαν διαφορετικούς κώδικες για το δίκιο, το τσαγανό, τον κόσμο του μεροκάματου κλπ. Και μέσα από αυτό τον αλληλοσεβασμό μεταξύ των φτωχών αυτός ο λαός κατάφερε να χτίσει την ταξική αλληλεγγύη, σε μαύρες εποχές που φαίνονταν όλα απίθανα για τους φτωχούς. Ειδικότερα όταν το μαχητικότερο κομμάτι του εργαζόμενου λαού βρισκόταν στις εξορίες και την πολιτική προσφυγιά και η φτωχολογιά μόνη από άποψη πολιτικής υποστήριξης προσπαθούσε να ζήσει ανθρώπινα σε ένα ασφυκτικό μετεμφυλιακό καθεστώς… Στην κουλτούρα της νεολαίας των λαϊκών συνοικιών δεν κυριαρχούσε η τσάμπα μαγκιά, τα μπουκέτα όταν έπεφταν δεν έπεφταν στους αδύνατους και στους κατατρεγμένους. Φυσικά πάντα υπήρχαν και τέτοιες τάσεις, αλλά δεν ήταν σεβαστές από την κοινότητα. Κανείς δεν έβλεπε με καλό μάτι την διχόνοια μεταξύ των φτωχών, την έβλεπαν σαν αποδυνάμωση, σπατάλη τσάμπα ενέργειας…
Οι φασίστες γι’ αυτό δεν φτούρησαν ποτέ σε λαϊκές συνοικίες παλιότερα, γιατί έφερναν κουλτούρες ξένες προς το σώμα της τάξης μας. Έφερναν τη διάσπαση, τον κανιβαλισμό μεταξύ των φτωχών, έφερναν όλα όσα η εργατική τάξη αρνιόταν να δεχτεί στην καθημερινότητα της, έφερναν τις μνήμες του καταδότη και του χαρτοσακουλά, έφερναν εκείνες τις κουλτούρες που η οργανωμένη εργατική τάξη πάντα πολεμούσε και θα πολεμάει… Και δεν είναι τυχαίο ότι όσοι νεολαίοι περνούν το κατώφλι της μισθωτής σκλαβιάς έλκονται από την δυναμική του συλλογικού αγώνα, της κοινότητας, και της αλληλεγγύης. Σύντομα κατανοούν ότι το παιδί της δίπλα γειτονιάς, παιδί μισθωτών σκλάβων, αυριανός μισθωτός σκλάβος πιθανότατα και ο ίδιος δεν είχε και δεν έχει να χωρίσει τίποτε με τον γείτονα του. Οι έχθρες ανάμεσα σε γειτονόπουλα, ανάμεσα σε εργάτες και φτωχούς, ανάμεσα σε «ξένους» και «ντόπιους» συμφέρουν μόνο το Κεφάλαιο. Μόνο αυτό βγαίνει κερδισμένο από τη διάσπαση των «από κάτω».
Όσο συνδεόταν το πρωτοπόρο κομμάτι των εργατών, με τα παιδιά της εργατικής τάξης, σε ανώτερους και ποιοτικότερους δεσμούς κατάφερναν να αδειάσουν το πεδίο από τα παρασιτικά, και αντιπρολεταριακά στην πραγματικότητα, στοιχεία που έφερναν τη διχόνοια και τη διάσπαση στο εσωτερικό μας. Σε στιγμές ανόδου του ταξικού κινήματος και λαϊκής αναγέννησης, σε στιγμές πολιτιστικής ανάτασης και εμφάνισης της κουλτούρας μας με ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά προς το υπάρχον, όλα αυτά τα «μαγκάκια» λούφαζαν. Γιατί ήταν πάντα ξένο σώμα στο εσωτερικό μας, ρουφιάνοι, τσιράκια, θρασύδειλοι, που ‘χαν πάντα πλάτες την εξουσία…
Στα παιδιά της εργατικής τάξης και στους δικούς τους ηθικούς κώδικες «μετρούσαν» τα «δύσκολα», «μετρούσε» η πάλη με την εξουσία, «μετρούσε» η κόντρα με τα πλουσιόπαιδα και τις κουλτούρες τους, «μετρούσε» η αλληλεγγύη και ειδικότερα όταν ήταν έμπρακτη, «μετρούσε» να είσαι από τους κυνηγημένους και όχι από τους κυνηγούς, «μετρούσε» να λένε τα κατορθώματά σου οι φτωχοί και να περηφανεύονται για σένα, «μετρούσε» όταν άνοιγαν οι πόρτες των φτωχών «στους μάγκες δίχως όνομα». Μετρούσε να μην είσαι ρουφιάνος… Και δεν ήταν καθόλου μαγκιά όλα όσα σήμερα όπου μπορούν κάνουν θρασύδειλα φασιστάκια σε, ανήμπορους να αντιδράσουν τις περισσότερες φορές, μετανάστες εργάτες και σε πρόσφυγες. Τα αλάνια των λαϊκών συνοικιών της Αθήνας πάντα τιμούσαν τους κυνηγούς των ναζί, όχι τους φίλους των ναζί, τιμούσαν τους σαλταδόρους, όχι τους λαδέμπορες.
Εμπνέονταν από τους αγιάννηδες, τους ζορό, τους σπάρτακους, την κλεφτουριά και το αμαρτολίκι, από τους μπεσαλήδες της πόλης και τους ρομπέν των δασών, από τους ατίθασους και ονειροπόλους, από κάθε ρηξιακή προσωπικότητα, από τα ανατρεπτικά κινήματα, από τα επαναστατικά ρεύματα.
Στις 1/2/2017 δέχτηκε δολοφονική ρατσιστική επίθεση από φασίστες ο εργάτης γης Ζισάν Ελάχι στον Ασπρόπυργο. Ένα γεγονός που εκτός ότι δείχνει την κινητικότητα των φασιστών σε λαϊκές γειτονιές, δείχνει περίτρανα την σκατοκουλτούρα που θέλουν να περάσουν «στους από κάτω», μετατρέποντας τους δρόμους των γειτονιών σε αρένες που ο μόνος κερδισμένος θα είναι ο κόσμος της εξουσίας, ο κόσμος του Κεφαλαίου. Αυτή η επίθεση δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία. Είναι η εικόνα των μπουλουκιών του μίσους, απάνθρωπων ορδών που είναι λάτρεις της προϊστορίας του ανθρώπου.
Εμπιστευόμαστε τον δυναμισμό των παιδιών της εργατικής τάξης, θα νικήσει το δίκιο, θα νικήσει η ταξική ενότητα. Αλληλεγγύη στους μετανάστες εργάτες και τους ξεριζωμένους πρόσφυγες. Να διαφυλάσσουμε το κόκκινο νήμα…