Η «βαριά βιομηχανία του τουρισμού» και συνακόλουθα το ελληνικό καλοκαίρι των μπιτσόμπαρων με τις ποτάρες, ως τόπος μεσογειακής ξενοιασιάς, είναι η σημαία που ανεμίζει πάνω από τη χώρα. Όλα κινιούνται στους ρυθμούς της αναπτυξιακής πολιτικής που φέρνει τους τζίρους και αυγατίζει τα κέρδη. Μας το είχε ξεκαθαρίσει ο Α. Γεωργιάδης ήδη από τον Δεκέμβρη του 2021: Όταν πουλάς τουρισμό και είσαι ο πρωθυπουργός μίας χώρας, πρέπει να πουλάς προς τα έξω, προς τους πιθανούς σου πελάτες, πως είσαι μια υγειονομικά ασφαλής χώρα.Και πράγματι και αυτή η δήλωση του πρωθυπουργού και όλη η στρατηγική μας είχε αποτέλεσμα.
Από το Μάρτη η κυβέρνηση έχει λήξει την πανδημία βάζοντάς μας στους ρυθμούς της «βαριάς βιομηχανίας». Οι μάσκες χαλούν το «free covid-19» κλίμα που χρειάζεται η οικονομία, οπότε καταργήθηκαν ως αχρείαστες. Κρύβουν και τα ψεύτικα χαμόγελα των εργαζομένων στα μπαρ, τις ταβέρνες και τα ξενοδοχεία της «ελληνικής φιλοξενίας». Δημιουργούν απαισιόδοξη διάθεση στον πελάτη, του δημιουργούν θύμησες από την ένταση του ιού που θέρισε συνανθρώπους μας και δεν πρέπει…
Συζήτηση και ενημέρωση περί του ιού στα ψιλά και αν… Και ως συνήθως όλα καθησυχαστικά και υπό έλεγχο από την κυβέρνηση. Ένα νούμερο, άλλη μια δυσβάσταχτη στρογγυλοποίηση, όμως καταγράφηκε τον Ιούνη: 30.000 νεκροί από την πανδημία, το οποίο φωνάζει όσο και αν χαλκεύτηκε. Κι όχι φωνάζει, ουρλιάζει…
Πολλές φορές σκεφτόμαστε πώς θα ήταν οι αντιδράσεις του ελληνικού λαού, αν τον Μάρτη του 2020 έβγαινε κάποιος και έλεγε ότι αυτός ο ιός θα αφαιρέσει 30.000 ψυχές μέσα σε δύο χρόνια. Πώς θα αντιδρούσε, αν συνειδητοποιούσε το μέγεθος αυτής της απώλειας; Έγινε αλλιώς όμως το πράμα: με ψέματα, με «κινήματα», με πνευματικούς κάθε είδους, με την πολιτική διαχείριση της αστικής τάξης και όλο το μηχανισμό, οι 30.000 τάφοι να περάσουν στην ιστορία απαρατήρητοι και χωρίς κανένα κόστος. Έφταιξε η μοίρα τους και η «ατομική ευθύνη» τους. Και για να γίνουμε και πιο κυνικοί τι ψάχνουμε τώρα; Ό, τι έγινε έγινε. Πέρασε. Οι ζωντανοί με τους ζωντανούς… Η οικονομία να πηγαίνει καλά για τους καπιταλιστές και οι ζωούλες των μικροαστών με τις μικροανέσεις θα προσθέσουμε εμείς…
Θα το ξαναπούμε: νικηθήκαμε ως κοινωνία σε αυτό το πεδίο ταξικής αντιπαράθεσης με τον αντίπαλο. Και αν το ανταγωνιστικό κίνημα δεν κουβεντιάσει (έτσι ώστε να πράξει) πάνω στις θέσεις για την πανδημία, που έπρεπε και πρέπει να αναπτύξει η εργατική τάξη και τα σύμμαχα λαϊκά στρώματα, τα πράγματα για την υγεία θα γίνουν ακόμα χειρότερα.
Το πέταγμα της μάσκας έφερε κι άλλους συνανθρώπους μας σε «γνωριμία» με τον ιό. Τα αστραφτερά χαμόγελα δεν έφεραν ελευθερία στους χώρους δουλειάς παρά πελατάκια για μπεκρούλιασμα και χλαπάκιασμα στους «παραδείσους» της ελληνικής Μπανανίας. Ειδικά στους κλειστούς χώρους δουλειάς στη μητρόπολη που ζούμε και εργαζόμαστε συνεχίζουν να υπάρχουν καθημερινά κρούσματα. Δυστυχώς αποκρύπτονται από μεγάλη μερίδα των εργαζομένων που, για να μη χάσουν μεροκάματα, μπαίνουν στην παραγωγή χωρίς να σκεφτούν τη διπλανή τους (σημείο των καιρών κι αυτή η αντισυναδελφική στάση ως αποτέλεσμα του εκβιασμού που γίνεται). Τα αφεντικά από την άλλη και κρίνοντας τους συσχετισμούς, άφοβα πλέον, δεν ντρέπονται να πουν «πάρε ντεπόν κι έλα για δουλειά». Αυτή είναι η κατάσταση. Αυτό είναι το πισωγύρισμα και ο «χορός του ταψιού» που μας επέβαλλαν.
Για την εργατική τάξη, θα το λέμε και θα το ξαναλέμε: κανένας εφησυχασμός.
Αγώνας σε όλα τα πεδία για την προστασία των λαϊκών στρωμάτων
Αλληλεγγύη «από τα κάτω» για την υγεία όλων μας