Ο Δημήτρης Γκανάς είναι εφοπλιστής και αφεντικό στη Ναυτιλιακή εταιρεία «Ganmar», που έχει για έδρα της το Κερατσίνι. Ακόμα ένας «αυτοδημιούργητος», ανάμεσα σε τόσους και τόσους που έκανε πολλές δουλειές μικρός, από αυτές που κάνει η «πλέμπα» για να ζήσει, και ξάφνου κάπου στα 24 χρόνια του γίνεται (έτσι χωρίς πολλές πληροφορίες) ο νεαρότερος ιδιοκτήτης επισκευαστικής εταιρείας στο Πέραμα. Ύστερα γίνεται κάτοχος λίγων πλοίων. Μα έτσι δεν πάνε αυτά; Έτσι δεν είναι η σειρά των πραγμάτων;!
Παντού, όπου απλώνεται ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, φυσικά στα λιμάνια «της χώρας», σαφώς στο Πέραμα, στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη, τα συμφέροντα δεν είναι κοινά. Υπάρχουν δύο κόσμοι. Είναι από τη μία αυτοί που πουλάνε την εργατική τους δύναμη για να ζήσουν και από την άλλη αυτοί που κερδίζουν με την κλοπή της υπεραξίας. Αυτό το ξέρουν όλοι, βγαίνει από τη ζωή, το καταλαβαίνουν οι ίδιοι οι εργάτες κάθε μέρα που πελεκάνε τα σκαριά της ιδιοκτησίας των άλλων και κάθε τέλος του μήνα που τους πετάνε τα αποφάγια. Το ξέρει λοιπόν ο τελευταίος εργάτης μονταδόρος και φλογοχειριστής, το ξέρει και ο τελευταίος πλοιοκτήτης, εφοπλιστής που για να συνεχίσει να γεμίζει τσουβάλια με κέρδη χρειάζεται ησυχία και κανονικότητα. Αυτοί οι δύο κόσμοι είναι αναπόφευκτο να συγκρούονται και αυτό γίνεται με αυξομειώσεις. Όμως συγκρούονται.
Τα παραπάνω γράφονται με αφορμή την υποψηφιότητα του Γκανά Δημητρίου ως δήμαρχο στο Πέραμα στις επερχόμενες δημοτικές εκλογές με τον συνδυασμό «Δύναμη Ευθύνης». Ανάμεσα σε άλλους που απαρτίζουν τον συνδυασμό αυτού του εφοπληστή είναι και ο Μιχάλης Μυτακίδης, γνωστός από τη δισκογραφία του ως BD Foxmoor. Είναι αλήθεια πως η νεολαία του Περάματος – και όχι μόνο – άκουσε τους στίχους του, εμπνεύστηκε από αυτούς, τον ακολούθησε κατά καιρούς – και καλά έκανε – όμως η ιστορία γράφει και θα θέλαμε και φρέσκα τραγούδια που να αναφέρονται στο αίμα των εργατών που χύνεται στην περιοχή «του», καινούργιους στίχους για το ποιοι ευθύνονται για αυτό το αίμα (μήπως οι εφοπλιστές;), για το ποιοι λυμαίνονται τον τόπο…
Τη στιγμή που χτυπιόταν η εργατική τάξη στο Πέραμα από τους ναζί της ΧΑ, αυτά τα σκυλιά του κεφαλαίου, αυτός ο «ποιητής» μιλούσε για «δύο άκρα», μιλούσε για πολιτικά διωκόμενους από τη δημοκρατία, καλούσε με κάθε τρόπο σε τάξη και ειρήνη. Δεν χρειάζονται λεπτομερείς αναλύσεις για τα διάφορα που λέει κατά καιρούς και αγγίζουν τα όρια της γραφικότητας. Έπαιξε τον ρόλο του όταν έπρεπε στην περιοχή και γενικά. Τώρα ο συνδυασμός του Γκανά και του Μυτακίδη μάς αραδιάζουν μπαρούφες πως δεν κάνουν λέει πολιτική, πως είναι σπλάχνα του τόπου και θέλουν το καλό του και το καλό των κατοίκων. Δεν είναι δεξιοί, δεν είναι αριστεροί. Αυτό το πιστεύουμε. Έχουν όμως συμφέροντα όσο ουδέτεροι κι’ αν το παίζουν.
Η σύγκρουση των δύο κόσμων που αναφέρθηκε παραπάνω είναι πολιτική θα πούμε στους εν λόγω κυρίους. Συγκεκριμένα πολιτική είναι το να διαλέξεις με ποια πλευρά είσαι. Οπότε να αφήσουν αυτά τα «απολίτικα» και τις… αλεπουδιές που ξέρουν. Έχουν ήδη τοποθετηθεί.
Οι δουλευτάδες αυτών των περιοχών, «τωρινοί» και «παλιοί», η νεολαία, δεν έχουν ανάγκη από σωτήρες που υπόσχονται ένα καλύτερο Πέραμα κτλ, πόσο μάλλον όταν αυτοί οι «σωτήρες» επαγγέλλονται… εκμεταλλευτές στην περιοχή. Αυτή είναι η ιδιότητά τους.
Έχουμε βρεθεί σε εργατικούς και αντιφασιστικούς αγώνες που έχουν ξεσπάσει σε Πέραμα, Κερατσίνι, Πειραιά και γνωρίζουμε πως σε αυτά τα μέρη οι νέες και οι νέοι προλετάριες/οι έχουν τσαγανό, έχουν ταξική συνείδηση και αντιφασιστικό μένος για την εμπροσθοφυλακή των αφεντικών που έδρασαν ενάντια στο προλεταριάτο, ενάντια σε κάθε προοδευτικό άνθρωπο. Λίγος ο χρόνος που έχει περάσει για να ξεχνιούνται οι τραμπουκισμοί, οι απειλές και η τρομοκρατία σε αυτές τις εργατικές – λαϊκές γειτονιές και στην ίδια τη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη που οι εργάτες χύνουν τον ιδρώτα και το αίμα τους. Ο Παύλος Φύσσας δολοφονημένος από τα τσιράκια του κεφαλαίου δεν ξεχνιέται. Μαζί με αυτά, αυτό που έχει καταγραφεί και δεν ξεχνιέται είναι το ποιοι τους υποστήριξαν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.
Για τους νεότερους του Περάματος, που χύνουν τόνους ιδρώτα για να βγάλουν το ψωμί τους, που δεν καταφέρνουν απότομα να αποκτήσουν στόλους πλοίων, ένα πράγμα μένει: Ο αγώνας για δικαιώματα και ασφάλεια στη δουλειά, ο αγώνας ώστε τα λιμάνια να μη γίνονται χάρισμα σε μονοπώλια ξένων και ντόπιων συμφερόντων που τσακίζουν τον τόπο και μαζί τις ζωές των προλετάριων.