Εισήγηση της Κόκκινης Βιβλιοθήκης που διαβάστηκε στην κεντρική εκδήλωση για το βιβλίο του Σπ. Γιώτη, “Αναμνήσεις ενός μαχητή του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ”, στα γραφεία της Βίδας στην Αθήνα, στις 04/03/23.
“Η Κόκκινη Βιβλιοθήκη ξεκίνησε το 2015, με πρώτες τις εκδόσεις του Πάνου Φούντα (“Στην Εύβοια σταύρωσαν τη λευτεριά”) και “Το ημερολόγιο του Γιάννη Αλεξάνδρου – Διαμαντή” (για τη Ρούμελη).
Όλα αυτά τα χρόνια έχει συνεχή δραστηριότητα με μαρτυρίες, ντοκουμέντα, αρθρογραφία, κριτικά σχόλια για τη δεκαετία ’40-’50, συνεισφέροντας με αυτόν τον τρόπο στη μάχη ενάντια στην αναθεώρηση της ιστορίας και υπερασπιζόμενη το επαναστατικό ΚΚΕ και τον ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΔΣΕ. Ειδικά σήμερα θεωρούμε ότι χρειάζονται περισσότερο από ποτέ οι πρωτογενείς πηγές για την εμβάθυνση στην ιστορία του τόπου, καθώς τα ντοκουμέντα και οι μαρτυρίες αγωνιστών είναι όλο και πιο δυσεύρετα. Οι εκδόσεις βοηθάνε στην ιστορική αλήθεια και πάνω σ’ αυτή τη βάση θεωρούμε πως θα γίνει η συσπείρωση νέων κομμουνιστών/-στριών ώστε να αντιπαλέψουν τη σύγχυση, τη στρέβλωση και τον αντικομμουνισμό.
Σχετικά με το βιβλίο:
Είναι η 11η έκδοση της Κόκκινης Βιβλιοθήκης. Πρόκειται για χειρόγραφα του Σπύρου Γιώτη που έμειναν στο συρτάρι από το 1988 και, όπως αναφέρεται και στην εισαγωγή, τα επιμελήθηκε ο σύντροφος Πέτρος Α. Ο Σπύρος Γιώτης γεννήθηκε στα Κτίσματα Πωγωνίου το 1922. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου αναφέρεται στην κατοχή, στην αντίσταση και στο αντάρτικο στην Ήπειρο, που συμμετέχει, ενώ το δεύτερο μέρος αφορά την πολιτική προσφυγιά και τα τραγικά γεγονότα της Τασκένδης, με την πραξικοπηματική καθαίρεση του Νίκου Ζαχαριάδη και τις χιλιάδες διαγραφές μαχητών του ΔΣΕ, που υποστήριζαν τη νόμιμη ηγεσία του ΚΚΕ.
Παραθέτουμε από την εισαγωγή:
“Στη συγκλονιστική μαρτυρία του αγωνιστή Σπύρου Γιώτη αποτυπώνεται, με τον πιο απλό τρόπο, η εποχή και οι αναταράξεις που έφερε ο πόλεμος και η κατοχή στη χώρα μας και στη συνέχεια ο εμφύλιος και η πολιτική προσφυγιά.
Στη γραφή του διακρίνει κανείς την κλιμακωτή διαδικασία που διαμορφώνει τη συνείδηση του ίδιου αλλά και των συντρόφων του. Από τις πρώτες εικόνες μακριά από το χωριό του ως εργατόπαιδο μέχρι τον συγκλονιστικό βομβαρδισμό της Πάτρας και από τον ποδαρόδρομο αυτού και των συγγενών του για «τα μέρη του», μέχρι την κατάταξή του για να πολεμήσει τους Ιταλούς που πάτησαν στην πατρίδα του, την ‘Ήπειρο, η αφήγησή του έχει μια ζωντάνια συγκλονιστική. Ιδιαίτερη επίδραση στη συνείδηση του νεαρού Σπύρου από τα Κτίσματα έχει το ιστορικό γράμμα του Νίκου Ζαχαριάδη, αρχηγού του ΚΚΕ, από τις φυλακές της Κέρκυρας. Δείχνει πόσο άγγιξαν αυτά τα ιστορικά λόγια το πατριωτικό αίσθημα των νεαρών Ηπειρωτών αλλά και πώς εξουδετέρωσαν τον κάλπικο πατριωτισμό της ντόπιας αστικής τάξης, φωτίζοντας τον δρόμο που θα έπρεπε να ακολουθήσει ο λαός μας για την απελευθέρωση της πατρίδας.
Μέσα στις σελίδες του ανά χείρας βιβλίου περιγράφει την ένταξή του στον ΕΛΑΣ, τις συγκρούσεις με τους κατοχικούς και τους ΕΔΕΣίτες, τη διεθνιστική αντιφασιστική ενότητα με τους αλβανούς παρτιζάνους και την αλληλοβοήθεια και αλληλεγγύη που αναπτύχθηκε μεταξύ των δύο φίλων λαών, τη σύντομη απελευθέρωση και τις προσδοκίες του λαού, την κατάπτυστη συνθήκη της Βάρκιζας και, μετά, την αναγκαστική φυγή του στο Μπούλκες για να γλιτώσει από τα δόντια των παρακρατικών. Ο Σπύρος Γιώτης, δίπλα σε χιλιάδες καταδιωκόμενους, μαθαίνει για τα φρικτά βασανιστήρια μελών της οικογένειάς του και τη φυλάκιση των γονιών του από τα όργανα του δοσιλογικού κράτους και προετοιμάζεται ψυχικά μαζί με τους συντρόφους του για να παλέψει ένοπλα για μια λαϊκοδημοκρατική και εθνικά ανεξάρτητη Ελλάδα.
[…]
Ο Σπύρος Γιώτης, ως μαχητής του ΔΣΕ, έδωσε όλο του το είναι και πάλεψε για να γίνει ο λαός νοικοκύρης στον τόπο του. Ο ΔΣΕ ηττήθηκε και ξεκίνησε μια νέα Οδύσσεια για τον δημοκρατικό κόσμο και τους κυνηγημένους και διωκόμενους συγγενείς των μαχητών.
[…]
Στα κεφάλαια από τη ζωή στην Τασκένδη, που έχουν και ιδιαίτερο ενδιαφέρον, εξηγεί τις απόψεις του και περιγράφει τους συσχετισμούς στη ζαχαριαδική παράταξη και τις δυσκολίες να κρατήσουν την ενότητά τους απέναντι στα νέα ζητήματα που γεννιόνταν για τους αρνητές της «νέας γραμμής» στο ΚΚΕ. Παράλληλα, με τα μάτια του εργάτη, καταγράφει τη ζωή στη Σοβιετική Ένωση και τα ζητήματα που είχε να αντιμετωπίσει η σοσιαλιστική οικοδόμηση επί Στάλιν αλλά κυρίως μετά τον Στάλιν. Η ολέθρια στροφή προς την καπιταλιστική οικονομία μετά και το 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ φαίνεται πεντακάθαρα μέσα από την οικονομική και κοινωνική ζωή των πολιτών. Οι Έλληνες κομμουνιστές, μέσα σε αυτούς και ο Σπύρος Γιώτης, αρνούνται τον «ειρηνικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό» και τις καμουφλαρισμένες ως δήθεν μοντέρνες λενινιστικές –αλλά στην ουσία τους σοσιαλδημοκρατικές– θέσεις που αναπτύχτηκαν από τον Χρουτσόφ αλλά και μετά από τον Μπρέζνιεφ.”
Κλείνοντας, ένας ακόμα λόγος που αξίζει να διαβαστεί αυτό το βιβλίο, και ειδικά από νεότερους, πλην της προφανούς σημασίας του ως ντοκουμέντο, είναι για να δουν τις δυσκολίες που πέρασαν οι μαχητές του ΔΣΕ, ειδικά στην περίοδο της προσφυγιάς, τα γεγονότα που συνέβησαν μέσα στην καρδιά της Σοβιετικής Ένωσης τον καιρό που έγινε η στροφή στον ρεβιζιονισμό και την αρχή της κατάρρευσης του σοσιαλιστικού συστήματος εκ των έσω. Για να μάθει ο κάθε ένας και η καθεμία από μας τον βρώμικο ρόλο των ρεβιζιονιστών, που γκρέμισαν το κομμουνιστικό κίνημα παγκοσμίως, και να βγάλει συμπεράσματα σχετικά με το σήμερα όπου έχουν ξεπηδήσει διάφοροι δήθεν αντιρεβιζιονιστές και ζαχαριαδικοί, οι οποίοι όχι μόνο σπιλώνουν την ιστορία του επαναστατικού ΚΚΕ δήθεν υπερασπίζοντας την, αλλά σκορπούν περαιτέρω σύγχυση για τους νέους που θέλουν να αγωνιστούν, δείχνοντας τους πώς να γίνουν τα φερέφωνα του ρώσικου ιμπεριαλισμού από υπερεπαναστατική και δήθεν αντιιμπεριαλιστική σκοπιά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ξεδιαντροπιάς τους είναι ότι αποδίδουν τιμές στον Ζαχαριάδη την ίδια στιγμή που υπερασπίζουν τους δολοφόνους του. Για να ακονίζουμε λοιπόν όλοι τα ιδεολογικά μας εργαλεία, ελπίζουμε και αυτό το βιβλίο να συντελέσει προς την κατεύθυνση αυτή.