Μετά το πολύνεκρο ναυάγιο ανοιχτά της Πύλου διάφοροι «τύποι και τύπισσες», από τα γνωστά στασίδια του ιδεολογικού μηχανισμού, δήθεν «αντικειμενικοί» περί της πληροφόρησης, βάλθηκαν να ρίξουν δηλητήρια στις εργαζόμενες μάζες για να επηρεάσουν τη σκέψη τους.
Με εξευγενισμένες έννοιες και παιχνίδι με τις λέξεις για το τι είναι το «εθνικό» και πόσο εθνικό μπορεί να είναι ένα πένθος, προσπάθησαν να αποδομήσουν, όχι τόσο την έννοια του πένθους αλλά της συμπόνιας που επικρατεί όταν πεθαίνουν οι κολασμένοι και οι φτωχοδιάβολοι όπου γης από το προλεταριάτο και τις λαϊκές μάζες.
Είναι στόχος τους να προωθούν το «κοίτα μπροστά και τον εαυτό σου». Γιατί μας θέλουν διασπασμένους-ες. Και γι’ αυτό χρησιμοποιούν τα πιο δυσώδη και νεοφασιστικά επιχειρήματα από την κοινωνική αρένα του βάρβαρου ιμπεριαλιστικού συστήματος που είναι υπηρέτες.
Γι’ αυτό δεν έχει μεγάλη σημασία να στεκόμαστε τόσο σε πρόσωπα όσο σε πολιτικές και γραμμές που προωθούν τα πρόσωπα αυτά. Έτσι, ο καθένας και η καθεμία χρειάζεται να πάρει μέρος σε αυτή τη σύγκρουση που εξελίσσεται μέσα στη κοινωνία για την έννοια του πένθους. Φυσικά τα τζιμεροειδή και μπογδανοειδή και λοιπά πλάσματα, που τεμπελιάζουν εις βάρος της εργασίας άλλων, είναι οι πρώτοι έμποροι «εθνικίλας» και καλλιέργειας αντιανθρωπισμού με τις δηλώσεις τους.
Τι προσπαθούν και γιατί; Προσπαθούν την αλληλεγγύη που έχουν οι «από κάτω» παντού στον κόσμο που είναι πηγαία και υλική και εμπεριέχει μέσα της όλες τις πανανθρώπινες αξίες να την τσεκουρώσουν και να την αποδυναμώσουν. Ο φασισμός της σύγχρονης εποχής ιδού τι λέει: Δεν είστε το ίδιο, δεν είναι δικοί μας, ήταν άλλη θάλασσα, ήταν άλλες εθνότητες και λαοί. Όμως δε πιάνει γιατί όποιον εργάτη και εργάτρια και αν ρωτήσεις θα σου πει δύο λόγια συμπόνιας και ανάλογα το επίπεδο συνείδησής του θα κινηθεί για κάθε φρικτή κατάσταση που βιώνουν οι φτωχοδιάβολοι. Φάνηκε αυτό με το ναυάγιο ανοικτά της Πύλου. Οι εργαζόμενοι σιχτίρισαν την ώρα και τη στιγμή, τους διακινητές, το σύστημα, τον πόλεμο (που κανείς εργάτης δεν αγαπά) και ο καθένας ότι θεώρησε πως φταίει, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν πήραν θέσεις αντιδραστικές στις γειτονιές και στις δουλειές, όπως θα θελαν οι πρετεντέρηδες και λοιποί.
Γιατί ο κόσμος της εργασίας, που δεν είναι σε γυάλες, ξέρει να κοιτά τη ζωή με άλλο μάτι. Λειτουργούν άλλοι κώδικες ανάμεσα στις μάζες ακόμα και αν δεν ταυτίζονται πολιτικά. Δύσκολα κάποιος λέει μια καφρίλα σε ένα δημόσιο χώρο μετά από τραγωδίες που βιώνουν οι λαοί γιατί η καφρίλα όταν ειπωθεί δεν έχει καβατζούλα γυάλας στο καφενείο της γειτονιάς, εκεί έχει καβγά. Λίγες μέρες μετά το ναυάγιο, στις λαϊκές μάζες, κυριαρχεί η συμπόνια και το ξέρουν και οι «από πάνω» αυτό. Όπως ξέρουν ότι αν κυριαρχούσε η φωνή των πρετεντέρηδων εκεί που παράγεται η υπεραξία κάτι δε θα πήγαινε καλά στην εμπορευματική παραγωγή και στη μεταφορά των προϊόντων της. Γιατί αν έλεγε κάποιος «πρετεντέρικα» σε μια οικοδομή θα έβρισκε αρκετούς να του κουνάν τα εργαλεία με διαφορετικό τρόπο. Είναι γεγονότα όπως αυτό του φρικτού ναυαγίου που όποιος πει κάτι βαρύ έχει και βαριές επιπτώσεις. Έτσι γινόταν και γίνεται στις λαϊκές συνειδήσεις με την όποια διαμόρφωση.
Η εργατική τάξη στην Ελλάδα παρά τις προσπάθειες των φασιστών και των συστημικών να μιλήσουν «εθνικά» και να διαχωρίσουν τον κόσμο των «από κάτω» δεν πιάνει. Και η εργατική τάξη, εδώ και σε όλο τον κόσμο, μιλάει εθνικά και διεθνιστικά παράλληλα όταν πενθεί και συμπονεί τους λαούς του κόσμου. Γιατί η Ελλάδα είναι η δική μας, των εργαζομένων, των παραγωγών του πλούτου, των μειονοτήτων και των περιθωριοποιημένων και είναι και η δική τους, της αστικής τάξης και όλων των παρασίτων που τρώνε εις βάρος όσων μοχθούν για το μεροκάματο. Η Ελλάδα που παλεύει για ανεξαρτησία και σοσιαλισμό και δίνει το χέρι σε όλους τους γείτονες λαούς και η Ελλάδα που υποτάσσεται στον ιμπεριαλισμό, στους διεθνείς οργανισμούς δανεισμού και μετατρέπεται σε μηχανισμό ξένων συμφερόντων και κομπραδόρων στο εσωτερικό.
Έτσι μπαίνει και το ζήτημα του εθνικού πένθους που τόσο κόπτονται οι «εθνικάρες» μας. Με ποια τάξη είσαι, ποια τάξη υπερασπίζεσαι. Δεν υπάρχει εργάτης και εργάτρια που να έχει βρεθεί στην παραγωγή και να μην έχει νιώσει τη φρίκη των νεκρών προλετάριων σε «ατυχήματα» στα ορυχεία στη Λ. Αμερική, στα εργοστάσια του Μπαγκλαντές, στις σήραγγες της Νότιας Αφρικής, στις φάμπρικες του Βελγίου, στις αυτοκινητοβιομηχανίες τις Γερμανίας. Δεν υπάρχει λαϊκό σπίτι που να μην συμπόνεσε τους σεισμοπαθείς της Τουρκίας ή τους καμένους μετανάστες στα εγκαταλελειμμένα καταλύματα της Ισπανίας, όπως δεν υπάρχει λαϊκό σπίτι στην Τουρκία που να μην συμπόνεσε τους νεκρούς των Τεμπών ή τους πυρόπληκτους της Ελλάδας. Δεν υπάρχουν γυναίκες εργαζόμενες που να μην συμπονούν τις αδερφές τους παντού στον κόσμο που βιώνουν δολοφονίες, βιασμούς, επιθέσεις, ταξική εκμετάλλευση. Δεν υπάρχουν προλετάριοι που να μην συγκινούνται από το φρικτό θάνατο των αδερφών τους στα κάτεργα της μισθωτής σκλαβιάς.
Και δεν υπάρχει συμπολίτης που να μη φρίκιασε με το ναυάγιο ανοικτά της Πύλου. Γιατί η ζωή είναι που συνθλίβει τον τεχνικό διαχωρισμό. Και γι’ αυτό όσοι και όσες δουλεύουμε πολιτικά μέσα στην εργατική τάξη σφυρηλατούμε αυτό που υπάρχει, και η αλληλεγγύη και η συμπόνια υπάρχει και μπορεί να γίνει πολύ δυνατή και να σαρώσει τους εχθρούς της ανθρωπότητας. Αρκεί να νιώσει ο γίγαντας τη δύναμή του. Εμείς, παρά τις διαφοροποιήσεις, ακόμα και διαφωνίες με συναδέλφους και συναδέλφισσες, θα λέμε πως για το έγκλημα είναι υπεύθυνο το ιμπεριαλιστικό σύστημα και ενάντιά του πρέπει να παλέψουν οι λαοί.