Σε μια εποχή «τεράτων», αντεπανάστασης, ιδεολογικής σύγχυσης και αναθεωρητικών παραμυθιών πάνω στην ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, αντιγράφω ένα απόσπασμα από το βιβλίο «Οι ηττημένοι αντάρτες του ΔΣΕ» (Αθήνα 2003) του μαχητή του ΔΣΕ Λάμπρου Ελ. Κορέλη, που βρέθηκε μέχρι την Τασκένδη και επαναπατρίστηκε με την οικογένειά του το 1975. Η καταγωγή του ήταν από την Άνω Πέτρα Άρτας και πέρασε με άλλους 16 συγχωριανούς του εθελοντικά στο Δημοκρατικό Στρατό (οι περισσότεροι πρώην Ελασίτες) τον Ιούλη του 1948. Πολέμησε με τη 2η διμοιρία του 1ου λόχου της 2ης Μεραρχίας σε διάφορες μάχες και βρέθηκε σε ελιγμούς κάτω από τις διαταγές της πολεμικής ευφυΐας του θρυλικού Διαμαντή. Το βιβλίο του Κορέλη μπορεί να διαβαστεί και συνδυαστικά με το βιβλίο που κυκλοφόρησε η Κόκκινη Βιβλιοθήκη «Το ημερολόγιο του Γιάννη Αλεξάνδρου (Διαμαντή)» όσον αφορά το αντάρτικο και τη δράση του ΔΣΕ στη Ρούμελη.
Το απόσπασμα αναφέρεται στην περίοδο που ο συγγραφέας φοιτά πλέον στη Σχολή Αξιωματικών – Λόχο Διαβιβάσεων και δέχονται την επίσκεψη του Νίκου Ζαχαριάδη. Γράφει λοιπόν ο 23χρονος τότε Κορέλης:
«Τον χειμώνα του 1952 επισκέφτηκε τη Σχολή μας ο Νίκος Ζαχαριάδης. Όταν το μάθαμε συγκινηθήκαμε. Δεν του έγινε καμία επίσημη υποδοχή, ήταν απαίτησή του, προφανώς όμως πέρασε από όλες τις Μονάδες, από τις αίθουσες των κτιρίων της Σχολής και μας είδε από κοντά. Πολλοί από μας τον γνωρίζαμε προσωπικά.
Όταν ήρθε στον Λόχο Διαβιβάσεων είχε νυχτώσει πια. Πέρασε από όλες τις διμοιρίες και στο τέλος μπήκε και στην τάξη της 4ης Διμοιρίας. Μας χαιρέτισε, ανταποδώσαμε και εμείς. Μας ρώτησε πώς τα πάμε, αν καλύψαμε μεγάλο μέρος του κενού που είχαμε στα γράμματα, αν επικοινωνήσαμε με τους γονείς και τα αδέρφια μας στην Ελλάδα, αν αντιμετωπίζουμε άλλα σοβαρά προβλήματα κλπ.
Στο μεταξύ, με μια ματιά και με ένα ελάχιστο και σχεδόν θλιμμένο χαμόγελο έγνεψε του Χρήστου Χαϊδαλή, ενός Επονίτη από το Πύθιο Ελασσόνας, που υπηρετούσε στο Λόχο Διοίκησης του Γενικού Αρχηγείου, και εκείνος του υποκλίθηκε. Μετά το βλέμμα του έπεσε στον “Μάνθο’’ (Κορέλης) που ήταν στην πρώτη σειρά των θρανίων-γραφείων. Πήγε πιο κοντά και τον ρώτησε: “Εσύ από πού ήρθες;’’, εκείνος σηκώθηκε, είπε το όνομά του και απάντησε από την 2η Μεραρχία. Τον πλησίασε λίγο ακόμα, ακούμπησε το χέρι του στην πλάτη του και με πολύ χαμηλή φωνή, σαν να μην ήθελε να ακούσουν οι άλλοι, του είπε: “Να θυμάσαι τον Διαμαντή μας’’.
Το πρόσωπο του Ζαχαριάδη τώρα έδειχνε ακόμα πιο θλιμμένο, ενώ στα μάγουλα του “Μάνθου” κατηφόριζαν τρεις-τέσσερις υγρές κρυστάλλινες χάντρες. Πρώτη φορά είδαμε τον Νίκο Ζαχαριάδη τόσο πολύ στεναχωρημένο. Τον Νίκο Ζαχαριάδη τον λατρεύαμε εμείς οι Επονίτες μαχητές του ΔΣΕ, τον είχαμε μέσα στην καρδιά μας.
Ο Ζαχαριάδης ήταν χαρισματικός ηγέτης, εγκυκλοπαιδικά μορφωμένος, ιδεολόγος πολιτικός, φλογερός και άκαμπτος επαναστάτης. Στα μάτια μας ήταν απλός οραματιστής, σεμνός και μετριόφρων, απεχθανόταν την αλαζονεία και την υποκρισία. Στο λόγο του γραπτό ή προφορικό πάντα διακρίναμε ουσία, λογική, ανώτερο ήθος, άνεση και ετοιμολογία στις ερωτήσεις, μας συνέπαιρνε με ορισμένα συνθήματα τριλόγιά του.
Μας αποκαλούσε το “χρυσό κομμάτι του Λαού μας’’. Τις καλές μέρες στο βουνό, όταν δεν γίνονταν επιχειρήσεις έπαιζε με τους Επονίτες. Παίζανε βόλεϊ, τρέχανε, κάνανε άλματα, τον ξαπλώνανε στο χιόνι, μας λέγανε κάποια παιδιά που τον ζήσανε από κοντά.
Αυτήν την προσωπολατρία μας δεν μας την επέβαλε κανένας, δεν μας είχαν γίνει καν συστάσεις ποτέ για κάτι παρόμοιο, απλά μας κέρδισε ο ίδιος με τη συμπεριφορά του, με τον ακέραιο χαρακτήρα του, όπως και ο Διαμαντής εμάς τους Ρουμελιώτες αντάρτες.
Αυτός ήταν ο Ζαχαριάδης, στις σχέσεις του με μας τους μικρούς και από ότι συμπεραίνεται από συζητήσεις και εκτιμήσεις που κάναμε εκεί στην ξενιτιά, ίδιος περίπου ήτανε και στα υψηλότερα κλιμάκια. Κρίμα που ήταν ο μοναδικός, έξοχος και ασύγκριτος!
Μας είναι αδύνατο να συγκρίνουμε πολλά από τα γνωστά σε εμάς στελέχη του Πολιτικού Γραφείου της Κ.Ε. του ΚΚΕ και της ηγεσίας του ΔΣΕ με το Ζαχαριάδη. Πολλοί από αυτούς αποδείχτηκε τελικά ότι δεν ήταν στο ύψος των περιστάσεων και των συνθηκών της εποχής τους. Εμείς τους περισσότερους από αυτούς τους ζήσαμε από κοντά και για πολλά χρόνια εκεί στην ξενιτιά. Αδυνατούμε να παρατάξουμε δίπλα στον Ζαχαριάδη τους: Μάρκο, Γούσια, Ιωαννίδη, Βλαντά, Κολιγιάννη, Φλωράκη και πολλά άλλα κορυφαία κομματικά στελέχη.
Με συμπάθεια και πολλή εκτίμηση βλέπαμε επίσης τους Μπαρτζιώτα, Κόκκαλη, Πορφυρογένη, Ρούσο, και μερικούς ακόμα, και κυρίως πολλά κορυφαία στελέχη, όπως ήταν οι Διοικητές και Επιτελάρχες Μεραρχιών: Τζουμερκιώτης, Παπαγιάννης, Καλιανέσης, Τομπουλίδης, Λασάνης κ.ά.».
Γιώργος Μαύρος
Πηγή: ΚΟΝΤΡΑ