Αντιγράφουμε από τους δημιουργούς:
Ένα τραγουδάκι για τα συντρόφια μας. Για τις γυναίκες και τους άντρες αυτούς, που μας βοηθούν να στεκόμαστε όρθιοι. Στην δουλειά, στο σωματείο, στην οργάνωσή του, στην ζωή, ο καθένας κι η καθεμιά, που δίνουμε την μάχη του να παραμείνουμε αληθινοί και ζωντανοί.
Για τα 15 χρόνια του περιοδικού Βίδα (2005-2020).
Το σκίτσο είναι του Λουκά Μ. που τόσο μας λείπει.
Όταν η νύχτα πυκνώνει παντού, σκοτάδια τρυπώνουν στον νου Βαραίνει η πλάτη απ’ τους καημούς και η ζωή ξεθωριάζει Είναι ο ζόφος, η απελπισιά, είναι η μαυρίλα που σκεπάζει την καρδιά Είναι η κατάρα της ανημποριάς, που μας τσακίζει κάθε μέρα τα κορμιά Είναι αυτός ο ήχος απ την μηχανή, είναι αυτό που σου ορίζει την τιμή Και το συναίσθημα όταν στέκεις στην ουρά, σαν ζητιανεύεις τρεις και εξήντα τα ψιλά Είναι το κλάμα το γοερό, η κρίση πανικού παραμονεύει συνεχώς Όμως την ήττα την γελώ προκλητικά, έχω αδέρφια που ποτέ τους δεν λυγάν Είναι ο φίλος μου στην παραγωγή, μου κλείνει το μάτι και δεν υποχωρεί Κι αυτή η συναδέλφισσα που όταν σχολά, μετράει το δίκιο, χωρίζει τα λιανά Είναι ο σύντροφος που πήρα αγκαλιά όταν μας διώξανε ξανά από τη δουλειά Κι αυτός ο αδερφός από το σωματείο, ποτέ του αυτός δεν μάσησε, ποτέ δεν είπε αντίο Έχω στο Τρίκερι μια φίλη απ την Κυψέλη, και δυο τζιμάνια αλλιώτικα από την Τασκένδη Καισαριανή λουλούδια, στον Βύρωνα ένα βράχο, και μια γλυκειά αντάρτισσα με καρτερά στον Γράμμο Οι φίλοι μου και εγώ δεν έχουμε αυταπάτες, σε εργάτες δεν χαρίζουνε, δεν ξέρουμε από πλάτες Μιαν αγκαλιά, μια γροθιά, μαζί ένα τραγούδι, στην Τάξη την αθάνατη θα ανθίσει ένα λουλούδι.