Αναμονή. Αναμονή για την απάντηση στην ερώτηση αν καήκαν σπίτια. Από την άλλη μεριά του ακουστικού η φωνή του φίλου.
«Φίλε 19 σπίτια στο χωριό και 18 στη παραλία». Βουβαμάρα και δάκρυα. Το δάσος στην ευρύτερη περιοχή κατακαμμένο.
Θα προσπαθήσω να γράψω δυο λόγια ρε σύντροφοι, για τα μέρη σας, για τα μέρη μας…
Αχλάδι, ένα από τα χωριά του γαλατικού μας χωριού. Ένα χωριό με φιλότιμους κατοίκους και ντόμπρους λαϊκούς ανθρώπους. Έτσι το γνωρίσαμε και μάθαμε από αυτό τη ζωή του αγροτικού πληθυσμού του τόπου μας. Φίλοι της φύσης, απλοί άνθρωποι που δεν προσκύνησαν ποτέ το ιδεολόγημα της αστικής τάξης για τη «βαριά βιομηχανία του τουρισμού». Γυρνούσαν την πλάτη στα «κυριλίκια» και με μόνη δύναμη τα χέρια τους έβγαζαν το ψωμί τους κρατώντας εργαλεία, οργώνοντας, τσαπίζοντας, πελεκώντας ή ψαρεύοντας…
Γενιές ολόκληρες στη φτωχή αλλά πάντα δημοκρατική Βόρεια Εύβοια, οι Αχλαδιώτες ήταν το καμάρι του κόσμου της βιοπάλης και στις δικές μας γενιές που μεγάλωναν μετά το ’90 ήταν από εκείνους που κρατούσαν μια φλόγα ανυπακοής.
Αυτό είναι το Αχλάδι, που κάηκε όπως κάηκαν και τόσα χωριά μέσα στην εγκατάλειψη του «επιτελικού κράτους», όπως είχε καεί και παλιότερα. Το ότι τα παιδιά του Αχλαδίου πάλεψαν να γλιτώσουν ό,τι μπόρεσαν δείχνει αυτή τη συλλογική κουλτούρα της αλληλοβοήθειας που σιχαίνονται οι αστοί και οι φιλελέδες. Αυτή η κουλτούρα είναι μπολιασμένη σε αυτά τα μέρη δεκαετίες και ας φαινόταν κατά περιόδους ότι όλα χάνονται από τα ιδεολογήματα του ατομισμού και την επίπλαστη ευμάρεια. Παρά την επέλαση της καπιταλιστικής ανάπτυξης το Αχλάδι και η περιοχή αμυνόταν. Στα χωριά πάντα λειτουργούσαν τα δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης και ανυπακοής στην εξουσία. Παρέες και άνθρωποι που σε κάθε δυσκολία έπαιρναν την πρωτοβουλία και έστηναν ό,τι χρειαζόταν ο τόπος. Αμύνονταν στα σκατά της εξουσίας. Το Αχλάδι έτσι είναι καταγεγγραμένο στη μνήμη μας. Ως χωριό που «έχει την τρέλα» να αψηφά τους αρχόντους. Και τα παιδιά που μεγάλωσαν σε αυτό το φέρουν μέσα τους. Ακόμα και όταν, όπως σε κάθε χωριό, υπήρχαν έριδες δεν θα έλειπε το χαμόγελο και εκείνο το τόσο γλυκό και ενωτικό: «έλα ό,τι έγινε έγινε, βρείτε τα».
Μελισσοκόμοι, πευκάδες, αγρότες, εργάτες γης, μαστόροι, οικοδόμοι, σερβιτόροι, μάγειροι, ψαράδες. Με όλους έχουμε πιει και φάει στα πανηγύρια και τα μαζέματα, με όλους αυτούς τους ανθρώπους μοιραστήκαμε γνώσεις πάνω στη ζωή. Αυτοί είναι τα αδέρφια μας, όταν τα σκέφτεσαι σε τέτοιες δύσκολες ώρες και τα κοιτάς να κλαίνε.
Αχλάδι, μια ψηφίδα του γαλατικού μας χωριού. Τα χρόνια περνάνε και όσο σκέφτεσαι τα πίσω δε μπορείς να μη θυμηθείς την χειραψία του κόσμου της δουλειάς. Τη φιλόξενη καρδιά τους ακόμα και για τους ξενομερίτες «που δεν είναι από εδώ» και δεν είναι τυχαίο ότι ο αντιφασισμός, ο αντικαπιταλισμός, τα έντυπα και οι εκδόσεις του ταξικού κινήματος πάντα έπιαναν τόπο σε αυτά τα μέρη. Σε κάθε αγωνιστική περίοδο οι Αχλαδιώτες και οι Αχλαδιώτισσες έδιναν και δίνουν το παρόν με κάθε τρόπο και από κάθε μετερίζι.
Η ιστορία που κουβαλά το βόρειο τμήμα του νησιού δεν έπαψε να διαπερνά τους χωριανούς του. Η εργατική τάξη και το λαϊκό στοιχείο της περιοχής όλων των ηλικιών ακόμα και αυτών που δεν ταυτίζονται με την κομμουνιστική ιδεολογία μας πάντα κλείνουν το μάτι και μόνο στο άκουσμα του «Καπετάν Ανάποδου»…
Το βιβλίο-επανέκδοση Στην Εύβοια σταυρώσανε τη λευτεριά για τον ΔΣΕ στην Έυβοια ήταν τα παιδιά από Αγιάννα και Αχλάδι που το πρότειναν και μπήκε σε εφαρμογή, έκδοση σπάνια και δυσεύρετη: «Για να μάθει η νεολαία τι έγινε στα μέρη αυτά».
Αυτοί λοιπόν ο ένας δίπλα στον άλλον έδωσαν τη μάχη να σώσουν ό,τι σώζεται. Με τα εργαλεία τους και τη ψυχή τους. Τα περιέγραψε καλύτερα από όλους μια μητέρα από το χωριό και δεν έχουμε παρά να συμφωνήσουμε:
«Θα σας πω τι σκέφτομαι. Σκέφτομαι τα παιδιά του χωριού μου. Tα παιδιά του χωριού “AXΛAΔI” που είναι δίπλα από την Αγ. Άννα. Που μαζί με την Αγία Άννα κατακάηκε αλλά ουδείς λόγος χθες το βράδυ στις ειδήσεις. Tα παιδιά αυτά που με δικά τους μέσα, με κίνδυνο της ζωής τους σώσανε το χωριό. Tα παιδιά αυτά που κλαίνε γιατί δε μπόρεσαν να σώσουν τα σπίτια που κάηκαν. Tα παιδιά αυτά που κάηκαν τα μέσα βιοπορισμού τους, οι ελιές τους, τα γίδια τους, τα εργαλεία τους, τα σπίτια τους και που ήτανε εκεί. Πες τους ήρωες, πες τους τρελούς, πες τους όπως θες. Πίστεψε με λίγο τους νοιάζει. Τα παιδιά του χωριού μου δεν ψάχνουν το παραμικρό credit ούτε και στα λόγια μου. Το ευχαριστώ για ότι έκαναν είναι λίγο… Δυστυχώς στη χώρα που ζούμε θεωρείται λογικό το παράλογο. Και αυτά το έκαναν. Ας κοιτάξει το κράτος την κατάντια του και μετά κοττάει ας κοιτάξει αυτά τα παιδιά στα μάτια».
Αυτά τα λίγα λόγια τιμής και αλληλεγγύης στο ανυπότακτο Αχλάδι τα στέλνω σε ένα γυάλινο μπουκάλι και το πετώ από την «διπλή» παραλία του Αγίου Βασιλείου όπως κάναμε παιδιά, με την υπόσχεση να μην ξεχάσω ποτέ το «μεγάλο γαλατικό χωριό»…
Γ. από Βίδα