Στις Σελίδες αντιπληροφόρησης από τις εξελίξεις στην Ουκρανία, που κυκλοφορήσαμε το 2014 για τις εξελίξεις στην Ουκρανία, είχαμε τονίσει πόσο καταστροφική ήταν η βίαιη- μέσω του φασιστικού ευρωμαιντάν- πρόσδεση τμήματος της αστικής τάξης στον γερμανικό- αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Είχαμε αναδείξει ότι στο ουκρανικό έδαφος μαινόταν πρωτίστως η ενδοϊμπεριαλιστική σύγκρουση μεταξύ Γερμανίας-ΗΠΑ και Ρωσίας για τους δρόμους και τις πηγές ενέργειας, για τα παραγωγικά φιλέτα και τις αγορές. Γράφαμε τότε:
«…μόνο μια αυτόνομη πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης θα μπορούσε να αντιληφθεί πόσο επικίνδυνες είναι οι συμμαχίες με τον ταξικό εχθρό- στη συγκεκριμένη περίπτωση και με τον ρώσικο ιμπεριαλισμό και να διαμορφώσει μια στρατηγική εναντίον του.Μόνο µια τέτοια οργάνωση, χτισµένη µέσα από επίµονες, σταδιακές, κοινωνικοπολιτικές διεργασίες, θα µπορούσε να πολεµήσει τους νεοναζί σε κάθε επίπεδο, πολεµώντας τη ρίζα της ύπαρξής τους, την επίθεση του Κεφαλαίου. Η οποία, όπως βλέπουµε και στην Ουκρανία, θα συνεχιστεί µε ή χωρίς νεοναζί στην κυβέρνηση, µε στολές παραλλαγής ή µε κεντροδεξιά κουστούµια.»
Μέσα στα οχτώ χρόνια που ακολούθησαν, η επίθεση του Κεφαλαίου συνεχίστηκε όντως με όλο και πιο έντονους ρυθμούς. Από την επικράτηση του τμήματος της αστικής τάξης που έβλεπε τα κέρδη της στα δυτικά μονοπώλια ο κύριος ηττημένος ήταν η εργατική τάξη. ΔΝΤ, χρέος, φτώχεια, ανεργία και μετανάστευση πήγαιναν χέρι-χέρι με τη βίαιη καταστολή των συνδικαλιστικών αγώνων, των απεργιών, με τη φυσική και πολιτική εξόντωση των κομμουνιστικών οργανώσεων. Από τον αλαζόνα πλουτοκράτη Ποροσένκο μέχρι τον Ζελένσκι το 2019, η εξάρτηση της χώρας από τις επιταγές των αμερικανικών μονοπωλίων ήταν τέτοια που, οι εργάτες για παράδειγμα, στα ορυχεία που ζητούσαν τα δεδουλευμένα τους, συγκεντρώνονταν έξω από την αμερικανική πρεσβεία.
Η κατάσταση για τον εργαζόμενο λαό επιδεινώθηκε στα χρόνια της συνεχιζόμενης κρίσης και της πανδημίας, με τον ίδιο εκτεθειμένο σε εγκληματικές ελλείψεις σε υγεία και διαβίωση γενικότερα. Ταυτόχρονα, έπρεπε να συντηρεί μεγάλο μέρος του ουκρανικού στρατού που συνέχιζε τις εχθροπραξίες κυρίως στην περιοχή του Ντονμπάς. Αυτή ήταν η κατάσταση για τον ουκρανικό λαό που βρέθηκε στην πλευρά του «νικητή» ιμπεριαλιστή που έριξε τον Γιαννούκοβιτς το 2014. Κανείς στη Δύση δεν έχυσε ούτε κροκοδείλια δάκρυα για την φτώχεια και την προσφυγιά του, πόσο μάλλον για τον διχασμό του λαού και την άνοδο εγκληματικών στοιχείων και εθνικιστών πογκρομιστών που άνετα συνεργάστηκαν μαζί τους για τον «εκδημοκρατισμό» της Ουκρανίας.
Ας δούμε όμως και πώς προχώρησε ο αγώνας, η αντιφασιστική εξέγερση, από την πλευρά των «Λαϊκών Δημοκρατιών». Το ό,τι μπήκαν σε εισαγωγικά είναι αποτέλεσμα δύο παραγόντων: πρώτον ό,τι η αντίσταση στον φασιστικό οχετό του Κιέβου δεν πήρε ταξικά, αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά. Όπως όμως αναφέραμε ήδη και η ιστορία πια το έχει βροντοφωνάξει με όλους τους τρόπους, ο φασισμός δεν μπορεί να νικηθεί αν δεν χτυπηθεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής που τον γεννά. Δεύτερον και αποτέλεσμα του πρώτου, ο «αντιφασισμός» έγινε το όχημα για την πρόσδεση του λαού του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ στην πολιτική των ρωσικών μονοπωλίων. Η λαϊκή πρωτοβουλία αντίστασης ενσωματώθηκε στα σχέδια του ρώσικου ιμπεριαλισμού. Μέσα σε αυτά τα οχτώ χρόνια οι ρωσόφωνοι των περιοχών αυτών ζούσαν τον αδιάκοπο πόλεμο χαρακωμάτων και τη συνεχή μετανάστευση στη Ρωσία. Έτσι, από την περασμένη χρονιά που η Ρωσία έδωσε διαβατήρια στους κατοίκους των «Δημοκρατιών», ο πληθυσμός τους μειώθηκε σημαντικά. Οι σημερινοί ηγέτες τους βρίσκονται ως επαίτες στην αυλή του Πούτιν, στα σχέδια δηλαδή, των ρωσικών κολοσσών για ισχυροποίησή τους σε έναν ευρασιατικό πια «ζωτικό χώρο» μέσα από τον δρόμο του κινεζικού ιμπεριαλισμού.
Αυτό που είναι προφανές από τα λίγα, αλλά βασικά που αναφέρουμε, είναι ό,τι η νίκη ή ήττα, στη συνθήκη της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης υπερπαραγωγής και της σύγκρουσης που φουντώνει για τον νέο συσχετισμό ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, είναι ενδεχόμενα που αφορούν μόνο τις τελευταίες. Ενώ αντίθετα για τις χώρες που οι αστικές τους τάξεις και οι κυβερνήσεις τους σέρνουν σε βάθεμα της εξάρτησής τους από τα ξένα μονοπώλια, υπάρχει μόνο ένα ενδεχόμενο. Η ήττα. Με την αλυσίδα καταστροφών να πέφτει πάλι βαριά στους λαούς.