Μόνο η λαϊκή αντίσταση μπορεί να βάλει φρένο
Ήδη από το καλοκαίρι οι κάθε είδους απολογητές της αστικής τάξης εμφάνιζαν τα «αίτια» αυτού του νέου κακού που μας βρήκε, της αύξησης των τιμών σε βασικά, σε αναγκαία καταναλωτικά αγαθά, δηλαδή, για να το βάλουμε στη σωστή του βάση: της μείωσης του πραγματικού μισθού.
Από τη μια, ο προπαγανδιστικός μηχανισμός των νεοφιλελεύθερων έσπευσε να παρουσιάσει τις αυξήσεις ως… αναπότρεπτο φυσικό φαινόμενο. Από την άλλη, η σοσιαλδημοκρατική αντιπολίτευση καταγγέλλει την άνοδο των τιμών ως μια εξαιρετική κατάσταση, ως ένα φαινόμενο ασυδοσίας- κερδοσκοπίας που λειτουργεί έξω από την ομαλή λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος, κατά τη δικιά της διορθωτική τακτική.
Σε μια χώρα που η εργατική δύναμη πληρώνεται ήδη από δεκαετίας κάτω από την αξία της, δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε το βάθεμα της φτωχοποίησης που φέρνει το νέο (και τόσο παλιό) κύμα ακρίβειας για τα εργατικά στρώματα. Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), αναφέρουμε ενδεικτικά τις ανατιμήσεις σε σύγκριση με το περσινό καλοκαίρι: βρώσιμα έλαια (σπορέλαια) κατά 16,32%, σε αρνί και κατσίκι κατά 13,21%, στα νωπά λαχανικά κατά 8%, στα νωπά ψάρια κατά 6,58%, στα νωπά φρούτα κατά 5,19%, στα φρέσκα θαλασσινά κατά 4,39%, στα τυριά κατά 3,54%, στη μαργαρίνη και σε άλλα φυτικά λίπη κατά 3%, στο ελαιόλαδο κατά 2,61%, σε πίτσες και πίτες κατά 2,08%, στα ζυμαρικά κατά 1,83%, στις παιδικές τροφές κατά 1,73%, στα κατεψυγμένα ψάρια κατά 1,73%, στο αλεύρι κατά 1,69%, στις πατάτες κατά 1,21%. Σε αυτά πρέπει να προστεθεί και η υπέρμετρη αύξηση της τιμής των καυσίμων.
Γιατί όμως η αύξηση των τιμών; Ποιος έχει συμφέρον από την ακρίβεια;
Πριν περάσουμε στην κυρίαρχη αφήγηση να θυμίσουμε ότι η πανδημία σε παγκόσμιο επίπεδο λειτούργησε ως πυροκροτητής στη σύγκρουση των αντιθέσεων του καπιταλιστικού ιμπεριαλιστικού συστήματος, κεφαλαίου- εργασίας, ιμπεριαλισμού- λαών. Ο τραγικός απολογισμός των νεκρών από τον covid-19 (και λόγω του covid– 19) είναι ο απολογισμός μιας βαθιάς συστημικής κρίσης από την οποία οι καπιταλιστές κάθε χώρας προσπαθούν να ανακάμψουν με όπλο την καταστροφή υλικού και έμψυχου πλούτου.
Τρεις είναι οι κυρίαρχες αφηγήσεις αλλά και οι μορφές της πρόσφατης εξέλιξης της καπιταλιστικής κρίσης:
Α. Οι ανατιμήσεις στα αναγκαία για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης εμπορεύματα στη χώρα μας και σε άλλες χώρες είναι εισαγόμενες. Προέρχονται από την άνοδο των τιμών στις πρώτες ύλες. Οι αυξήσεις σε ξυλεία, σίδηρο, χαλκό, αλουμίνιο, χάλυβα, πετρέλαιο και σε καλαμπόκι, σόγια, σιτάρι, που έχουν φτάσει σε υψηλότερα επίπεδα από το 2008, συμπαρασύρουν όλα τα εισαγόμενα εμπορεύματα.
Σε ό,τι αφορά τα είδη πλατιάς κατανάλωσης, αυτά που χρειάζονται στο κάθε εργατικό νοικοκυριό για την επιβίωσή του, εδώ πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι των μεγάλων αλυσίδων σουπερμάρκετ, ξένου ή ντόπιου κεφαλαίου. Αυτούς χτύπησε φιλικά στην πλάτη ο Υπουργός Ανάπτυξης Α. Γεωργιάδης (9 Σεπτεμβρίου 2021) για να απορροφήσουν τις εισαγόμενες ανατιμήσεις (με προσφορές στα ράφια τους) μειώνοντας λιγουλάκι τα κέρδη τους. Τα τελευταία, να θυμίσουμε, ήταν και είναι εν μέσω πανδημίας στα ύψη περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά. Μειδίασαν οι εκπρόσωποι των ομίλων και για άλλη μια φορά καταλάβαμε ποιον υπηρετεί η κυβέρνηση πιστά ακόμη και σε συνθήκη μαζικής καταστροφής: αρκούσε μια Κοινή Υπουργική Απόφαση για να ανασταλούν οι συμβάσεις εργασίας στο πρώτο κύμα πανδημίας με το πλαφόν των 534 ευρώ. Η εργατική τάξη είναι το είδος προς εκμετάλλευση. Τα κέρδη των καπιταλιστών πρέπει πάση θυσία να προστατεύονται.
Ας γυρίσουμε όμως στην «αιτία»: πώς εξηγείται από την αστική αφήγηση η αύξηση των τιμών των πρώτων υλών;
Με την πανδημία, μας λένε, ήρθε τούμπα ο νόμος προσφοράς και ζήτησης. Λόγω των λοκντάουν δεν υπήρχε ζήτηση οπότε μειώθηκε και η προσφορά. Με το άνοιγμα εκτοξεύτηκε η ζήτηση, η προσφορά όμως παρέμενε χαμηλή: οι τιμές ανέβηκαν. Φταίει, λοιπόν, η ανακάμπτουσα οικονομική δραστηριότητα.
Άρα κατά τη διάρκεια της πανδημίας- και λόγω αυτής- υποθέτουμε ότι μειώθηκε παγκοσμίως η βιομηχανική παραγωγή, τουλάχιστον στην εξορυκτική βιομηχανία (μέταλλα) και στη βιομηχανία υλοτομίας (ξύλο). Υπάρχει μια τέτοια εικόνα άραγε για τους τελευταίους εικοσιδύο μήνες; Στις αστικές οικονομικές εκθέσεις δεν βλέπουμε κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, η εικόνα που προκύπτει είναι ότι η παραγωγή είχε μειωθείπριν την πανδημία. Λόγω της καπιταλιστικής κρίσης και της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης, η μείωση της παραγωγής ήταν η τακτική των μονοπωλιακών ομίλων για την ανάκαμψη των κερδών τους. Η πανδημία και τα ψευτολοκντάουν, όπως θα δούμε παρακάτω, επηρέασαν την κυκλοφορία και όχι την παραγωγή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα για τη χώρα μας είναι η απολιγνιτοποίηση που είχε δρομολογηθεί πολύ νωρίτερα για να εξυπηρετήσει την ιμπεριαλιστική επιταγή της «πράσινης κερδοφορίας».
Επομένως η εισαγόμενη άνοδος των τιμών στη χώρα μας οφείλεται σε δύο λόγους: στον οξυνόμενο ανταγωνισμό των μονοπωλίων που αναζητούν να ανακάμψουν όχι την οικονομία γενικά αλλά τα κέρδη τους και στην ντόπια αστική τάξη που υπηρετεί για τα δικά της συμφέροντα τον μονοπωλιακό ανταγωνισμό.
Β. Λόγω πανδημίας έχει αυξηθεί το κόστος στις θαλάσσιες μεταφορές. Η αύξηση στα ναύλα συμπαρασύρει τις τιμές.
Στα μέσα Ιουνίου του 2021, ο τότε πρόεδρος του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος χαρακτήριζε την αύξηση των ναυτιλιακών ναύλων για τις μεταφορές κοντέινερ εξωπραγματική: 525% από το φθινόπωρο του 2020 και προς τα πάνω για όλο το 2021. Αυτή η «εξωπραγματική» αύξηση κατέληγε και καταλήγει στους καταναλωτές.
Αλλά ποια ήταν η αναγκαιότητα για αυτή την αύξηση; Υπήρξε κάποιο φυσικό φαινόμενο που να επηρέασε τις θαλάσσιες μεταφορές;
Μόνο στο πρώτο εξάμηνο του 2021 τα κέρδη της εφοπληστρικής τάξης σε παγκόσμιο επίπεδο έφτασαν τα κέρδη συνολικά μιας δεκαετίας. Η λειτουργία του ιμπεριαλιστικού συστήματος σε παγκόσμια κλίμακα, με την αντίθεση στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, από την αποβιομηχανοποιημένη Δύση στην Ασία ως φάμπρικα του κόσμου, με το φυσικό ή τεχνητό ρήγμα στην κυκλοφορία των εμπορευμάτων αποτέλεσε την μεγάλη ευκαιρία για την κερδοφορία των εφοπληστών. Φυσικό ρήγμα λόγω της συμφόρησης που προέκυψε λιγότερο ή περισσότερο από τους περιορισμούς λόγω της πανδημίας, τεχνητό ρήγμα από τις ναυτιλιακές εταιρείες που βλέποντας ότι κυριαρχούν στις μεταφορές σε σχέση με την εναέρια ή επίγεια μεταφορά, μείωσαν τη χωρητικότητα σε κρίσιμες διαδρομές ή παρουσίασαν έλλειψη κενών εμπορευματοκιβωτίων (κοντέινερ). Μονοπωλιακή λοιπόν τακτική η άνοδος των ναύλων. Πώς φτάνει ως εμάς αυτή η όξυνση του ανταγωνισμού εντός του εφοπλιστικού κεφαλαίου για τη μεταφορική χωρητικότητα των ωκεανών;
Στα ράφια των καταστημάτων όπου πληρώνουμε τα δυσθεώρητα κέρδη τους και στην συνεχή επίθεση στην εργατική δύναμη των ναυτεργατών και λιμενεργατών, με ένταση της εκμετάλλευσης μέχρι φυσικής εξόντωσης.
Γ) Οι τιμές ανεβαίνουν λόγω της «ενεργειακής κρίσης». Αυξήσεις στο φυσικό αέριο και το πετρέλαιο.
Για τον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό που οξύνεται για τις πηγές ενέργειας και τον έλεγχό τους έχουμε πολλές φορές αναφερθεί στο περιοδικό μας. Η τελευταία αλματώδης αύξηση του φυσικού αερίου εντάσσεται σε αυτόν τον ανταγωνισμό, κυρίως μεταξύ ΗΠΑ- Γερμανίας- Ρωσίας και γύρω από την λειτουργία του NordStream 2.
Επίσης έχουμε αναφερθεί στην αύξηση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας μας από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, με κομβικό σημείο την καταστροφή της ντόπιας βιομηχανίας ενέργειας με το σχέδιο απολιγνιτοποίησης και την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ. Είναι ολοφάνερα η πολιτική της εξαρτημένης αστικής τάξης της χώρας μας που ευθύνεται για την«εσωτερική» ενεργειακή κρίση. Κρίση βέβαια για τους εργαζόμενους, που στερούνται ήδη βασικά αγαθά όπως η θέρμανση, ευκαιρία για τους καλοθελητές καπιταλιστές της «πράσινης ανάπτυξης».
Η τελευταία εξέλιξη που θα πρέπει να σημειωθεί είναι η επίσης μονοπωλιακή τακτική των κολοσσών-ομίλων ενέργειας, των λεγόμενων BigOil (Mobil, Total, Chevron, Bp, Shell) που διακόπτουν (Bloomberg) τη διάθεση κεφαλαίων για νέα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου δημιουργώντας τεχνητή αύξηση των τιμών και πολλά κέρδη.
Ποια είναι, λοιπόν, τα συμπεράσματα που μπορούμε να βγάλουμε από τις όποιες δικαιολογίες των πολιτικών εκπροσώπων της αστικής τάξης, νεοφιλελεύθερων ή σοσιαλδημοκρατών; Ότι στόχο έχουν να συγκαλύψουν την εντεινόμενη επίθεση στην εργατική τάξη, να την πείσουν άλλη μια φορά να γονατίσει, να δεχτεί την όποια εξόντωσή της, προκειμένου να ανακάμψουν τα κέρδη των κεφαλαιοκρατών σε τοπικό και διεθνές επίπεδο.
Πρόκειται για μια ολόπλευρη επίθεση, που αφορά συνολικά τις συνθήκες ζωής των εργαζομένων, από την κατάσταση του συστήματος υγείας μέχρι τη διατροφή τους και τις συνθήκες της στέγασής τους. Ήδη η χώρα μας μετρά 82 νεκρούς από τη χρήση ακατάλληλων μέσων θέρμανσης. Ανθρώπων δηλαδή που στερήθηκαν το βασικό αγαθό της θέρμανσης ενώ οι καπιταλιστές αυγατίζουν τα κέρδη της «πράσινης ανάπτυξης».
Για άλλη μια φορά, λοιπόν, το ερώτημα «τι να κάνουμε» είναι καθημερινό, είναι ερώτημα επιβίωσης. Δεν πρέπει να το αφήσουμε αναπάντητο. Μόνο αν παλέψουμε μέσα από τα ταξικά σωματεία και τις κινήσεις σε επίπεδο συνοικίας ενάντια στην επίθεση του κεφαλαίου, θα μπορούμε να υπολογίζουμε σε πρακτική αλλαγή της ζωής μας. Να μην έχουμε αυταπάτες σε αυτή την κομβική ιστορικόπολιτική περίοδο, τίποτε δε θα χαριστεί από τα πάνω και το πρωτοπόρο τμήμα του προλεταριάτου πρέπει συνεχώς να το υπενθυμίζει στις λαϊκές μάζες.
Για μας, ως κομμουνιστές-ριες, χρειάζεται επιτακτικά να οργανωθούμε σε σφιχτή πολιτική οργάνωση με ταξικό πρόσημο και σχέδιο. Από τις αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, από την συνεχή πάλη ενάντια στους νόμους- σφαγείο των αφεντικών, από την ενίσχυση του ΕΣΥ και την διεκδίκηση όλων των απαραίτητων για την υγεία μας μέτρων και την κατάργηση των ταξικότατων φραγμών στην παιδεία, μέχρι την συνολική επίθεση στο απάνθρωπο σύστημα εκμετάλλευσης που υπερασπίζεται η αστική τάξη και οι ξένοι πάτρωνές της, ο δρόμος της επιβίωσης είναι συλλογικός.