Σε απεργία προχώρησαν οι εργαζόμενοι στο ορυχείο Quellaveco στην περιοχή Moquegua στο Περού την Τρίτη 18 Γενάρη του ’22. Μετά από έξαρση κρουσμάτων COVID-19 στο προσωπικό και αντιμέτωποι με την αδράνεια του Υπουργείου Εργασίας, οι εργαζόμενοι παρέλυσαν τη παραγωγή, απαιτώντας από τη βρετανική πολυεθνική εταιρεία εξόρυξης “Anglo American” να καλύψει τα έξοδα καραντίνας και να αναλάβει τις ευθύνες της.
«Πριν από τα χρήματα, η υγεία μας έρχεται πρώτη», ήταν ένα από τα συνθήματα που φωνάζονταν περισσότερο.
Οι εργαζόμενοι επικοινώνησαν με πολλά τοπικά μέσα ενημέρωσης και ανέφεραν ότι υπήρξε σημαντική αύξηση στον αριθμό των κρουσμάτων. Όλα ξεκίνησαν όταν λίγες μέρες πριν, εργαζόμενοι από την εταιρεία Cumbra κατήγγειλαν πως τα πρωτόκολλα ασφάλειας δεν τηρούνταν στον καταυλισμό Salveani στο ορυχείο Quellaveco. Μέσω μιας δημόσιας καταγγελίας που έγινε στο μέσο ενημέρωσης του Radio Sol, ανέφεραν ότι αναγκάζονταν να στοιβάζονται στο ίδιο δωμάτιο 4 και 5 άνθρωποι, θετικοί και μη, ότι η διαδικασία απολύμανσης καθυστέρησε και τα κλινοσκεπάσματα δεν άλλαξαν. Ανέφεραν επίσης ότι εκατοντάδες εργαζόμενοι στάλθηκαν με λεωφορεία πίσω στα σπίτια τους και δεν τους δόθηκε η δυνατότητα να μπουν σε καραντίνα σε ξενοδοχεία. Η μετακόμιση στα σπίτια τους είχε ως αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να μολύνουν τις οικογένειές τους, και ιδιαίτερα τα ανήλικα παιδιά τους, που δεν έχουν ακόμη εμβολιαστεί κατά του COVID-19.
Οι εργαζόμενοι κατήγγειλαν πως τους ζητάνε να υπογράψουν δηλώσεις πως δεν θα κατηγορηθεί η εταιρεία ως υπεύθυνη σε περίπτωση θανάτων και ασθενειών απ’ τον COVID. Ταυτόχρονα, απαιτούν οι θετικοί στον ιό συνάδελφοι να διαμένουν σε τοπικά ξενοδοχεία και να κάνουν συχνά μοριακά τεστ μέχρι να επιστρέψουν στην εργασία τους, χωρίς να χάσουν τη δουλειά και το μισθό τους. Όλα τα έξοδα νόσησης να τα χρεωθεί η εταιρεία.
Μέχρι στιγμής, η “Anglo American” δεν έχει εκδώσει καμία επίσημη δήλωση για το ζήτημα.
Αντιμέτωποι με αυτές τις περιπτώσεις μαζικής μετάδοσης του COVID-19 που προκαλούνται από τις αντεργατικές πολιτικές των εταιρειών εξόρυξης, το Υπουργείο Εργασίας, το Υπουργείο Υγείας και άλλες κρατικές υπηρεσίες που είναι επιφορτισμένες με τέτοια ζητήματα, όπως η Εθνική Εποπτεία της Επιθεώρησης Εργασίας (SUNAFIL), μέχρι σήμερα έχουν διατηρήσει μια θανατηφόρα σιωπή. Κάνουν τεράστια χάρη στους μεγαλοεργοδότες που, για άλλη μια φορά, καταλήγουν να φορτώνουν την υγειονομική κρίση στις πλάτες των εργαζομένων θέτοντας σε κίνδυνο την υγεία και τη ζωή τη δική τους και των οικογενειών τους.
Η διαμαρτυρία των ανθρακωρύχων έλαβε χώρα μέσα στο πλαίσιο της ανεξέλεγκτης επέλασης της μετάλλαξης Όμικρον και του τρίτου κύματος COVID-19 στο Περού, που μέχρι τώρα έχει στοιχίσει τη ζωή σε περισσότερους από 200.000 ανθρώπους, φέρνοντας τη χώρα πρώτη σε αναλογία θανάτων.
Η κυβέρνηση του Καστίγιο, όπως και όλες οι αστικές κυβερνήσεις παγκοσμίως, δεν δρα λαμβάνοντας υπόψη την υγεία και τα αιτήματα της εργατικής τάξης αλλά δρα με μόνο γνώμονα τις ανάγκες των μεγαλοεπιχειρηματιών και των βορειοαμερικάνων ιμπεριαλιστών.
Το παράδειγμα του Περού προστίθεται στη μακριά λίστα των “θυσιών” της εργατικής τάξης στο βωμό του κεφαλαίου. Τρίβουν τα χέρια τους όταν την στέλνουν σαν πρόβατο στη σφαγή και αυτή να σιωπά και να μην ζητά μέτρα προστασίας για έναν “ανύπαρκτο” ιό. Μονάχα ενώνοντας τις φωνές τους και παλεύοντας θα καταφέρουν οι απανταχού εργαζόμενοι να ανακόπτουν την εγκληματική πολιτική των αστικών τάξεων και των κυβερνήσεών τους. Μέχρι τότε, η λίστα μακραίνει.